Δευτέρα 29 Φεβρουαρίου 2016

Επαγωγή και Αναγωγή


Από το επιμέρους στο όλον, το γενικό και από το όλον,το  γενικό,  στο μερικό
Επαγωγή ή επαγωγικός λογισμός, και συχνά επαγωγική λογική, είναι η λειτουργία εκείνη του ανθρώπινου λογισμού, κατά την οποία οι προτάσεις (εικασίες ή υποθέσεις) ενός επιχειρήματος υποστηρίζουν το συμπέρασμα αλλά δεν το κατοχυρώνουν. Πρόκειται για την απόδοση ιδιοτήτων ή συσχετισμών σε μεταφυσικούς τύπους, με βάση πεπερασμένες παρατηρήσεις ομοίων φαινομένων. Για παράδειγμα, η επαγωγή χρησιμοποιείται ώστε συγκεκριμένη πρόταση όπως η ακόλουθη:
  • Ο πάγος είναι κρύος, να μετατραπεί σε γενίκευση όπως αυτή:
Ο πάγος είναι πάντοτε κρύος ή δεν υπάρχει πάγος στον ήλιο
Η τυπική λογική που διδάσκεται κυρίως είναι απαγωγική (παραγωγική) και όχι επαγωγική. Ορισμένοι φιλόσοφοι έχουν ισχυριστεί ότι σχημάτισαν συστήματα επαγωγικής λογικής, αλλά αποτελεί αντικείμενο αντιπαράθεσης το αν μία επαγωγική λογική θα ήταν ποτέ εφικτή. Σε αντίθεση με τον απαγωγικό λογισμό, ο επαγωγικός λογισμός δεν μας οδηγεί απαραιτήτως σε συμπεράσματα τα οποία είναι εξίσου βέβαια όσο και οι προκείμενες προτάσεις. Για παράδειγμα, το συμπέρασμα ότι όλοι οι κύκνοι είναι λευκοί είναι εσφαλμένο αλλά κάποτε θεωρούνταν ορθό - μέχρι που αποικίστηκε η Αυστραλία. Τα επαγωγικά επιχειρήματα ποτέ δεν είναι δεσμευτικά, αν και μπορεί να είναι πειστικά. Η επαγωγική λογική είναι παραγωγικά άκυρη. (Στην τυπική λογική, ένα επιχείρημα είναι έγκυρο εάν και μόνο εάν είναι αδύνατον για τις προτάσεις του επιχειρήματος να είναι αληθείς ενώ το συμπέρασμα να είναι ψευδές).
Στην επαγωγή υπάρχει μεγάλος αριθμός επιχειρημάτων που είναι δυνατόν να σχετίζονται με κάποιες προτάσεις. Οι επαγωγές είναι ανοιχτές - οι απαγωγές κλειστές.
Η κλασική φιλοσοφική ανάλυση του προβλήματος της επαγωγής, δηλαδή της αναζήτησης κάποιας δικαιολόγησης για τον επαγωγικό λογισμό, πραγματοποιήθηκε από τον Σκώτο Ντέιβιντ Χιουμ. Ο Χιουμ εξήρε το ότι η λογική της καθημερινότητάς μας βασίζεται σε επαναλαμβανόμενα εμπειρικά μορφώματα, αντί για παραγωγικώς έγκυρα επιχειρήματα. Επί παραδείγματι, πιστεύουμε ότι το ψωμί μας θρέφει επειδή έχει ξανασυμβεί στο παρελθόν, αλλά υπάρχει τουλάχιστον το θεωρητικό ενδεχόμενο το ψωμί να μας δηλητηριάσει κάποτε στο μέλλον.
Ο Χιουμ υποστήριξε ότι κάποιος, ο οποίος στηρίζεται αποκλειστικά σε παραγωγικές δικαιολογήσεις θα πέθαινε της πείνας. Αντί για τον μη προσοδοφόρο φιλοσοφικό σκεπτικισμό για τα πάντα, τάχθηκε υπέρ του πρακτικού σκεπτικισμού που βασίζεται στην κοινή λογική, ο οποίος αποδέχεται το αναπόφευκτο της επαγωγής.
Οι εξελίξεις του 20ου αιώνα πλαισίωσαν το πρόβλημα της επαγωγής με διαφορετικό τρόπο. Αντί να τίθεται ζήτημα επιλογής σε σχέση με τις μελλοντικές προβλέψεις, μπορεί να εκληφθεί ως ζήτημα του τι ιδέες εντάσσονται στις εκάστοτε παρατηρήσεις ή τι γραφήματα εντάσσονται σε ένα σύνολο δεδομένων σημείων.
Αν και η επαγωγή συχνά προσεγγίζεται ως μέθοδος πρόβλεψης του μέλλοντος από το παρελθόν, στην ευρύτερη έννοιά της περιλαμβάνει τον σχηματισμό συμπερασμάτων σχετικά με τα μη παρατηρημένα με βάση τα όσα έχουν ήδη παρατηρηθεί. Οποιοδήποτε συμπέρασμα για το παρελθόν με βάση σύγχρονα δεδομένα (π.χ. Αρχαιολογία) αποτελεί επαγωγή. Η επαγωγή μπορεί να εφαρμοστεί όχι μόνον χρονικά αλλά και τοπικά. Για παράδειγμα, τα συμπεράσματα που αντλούμε για το υπόλοιπο σύμπαν προέρχονται από παρατηρήσεις στον δικό μας γαλαξία και η οργάνωση της εθνικής οικονομικής πολιτικής βασίζεται στις τοπικές οικονομικές αποδόσεις.
Αναγωγή (reductio): Μέθοδος φιλοσοφική που επιχειρεί να αναλύσει σύνθετα φαινόμενα στα απλά και θεμελιώδη στοιχεία τους. Λέγεται ότι η φιλοσοφία και η επιστήμη έχουν ως αφετηρία τους μια αναγωγική στιγμή (αναγωγισμός), τον ισχυρισμό του Θαλή ότι «τα πάντα ύδωρ», με τον οποίο ανάγει την αχανή πολλαπλότητα των φυσικών φαινομένων (φύλλα, ζώα, όστρακα, φωτιά, μαλλιά κτλ.) σε μια ενική αρχή (τα πολλά και το ένα).
Πηγές
ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
Ανθολόγιο Φιλοσοφικών Κειμένων (Γ Γυμνασίου)Κειμένων (Γ Γυμνασίου)
ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΩΝ ΟΡΩΝ

Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016

Ο λοιμός




                                                                Ο λοιμός



Κατά τοιούτον τρόπον έγινεν η τελετή του ενταφιασμού κατά τον χειμώνα τούτον, μετά την λήξιν του οποίου έληξε και το πρώτον έτος του πολέμου. Ευθύς δε με την αρχήν του επομένου θέρους, οι Πελοποννήσιοι και λοιποί σύμμαχοι, με τα δύο τρίτα των δυνάμεών των, όπως και την πρώτην φοράν, υπό την αρχηγίαν του βασιλέως των Λακεδαιμονίων Αρχιδάμου, υιού του Ζευξιδάμου, εισέβαλαν εις την Αττικήν, όπου στρατοπευδεύσαντες ήρχισαν να ερημώνουν την γην. Και πριν παρέλθουν πολλαί ημέραι από της εισβολής, παρουσιάσθη δια πρώτην φοράν εις τας Αθήνας ο λοιμός, ο οποίος ελέγετο μεν ότι είχεν ενσκήψει προηγουμένως πολλαχού, και εις την Λήμνον και εις άλλας χώρας, αλλά πουθενά δεν εμνημονεύετο λοιμώδης νόσος τοιαύτης εκτάσεως, ούτε φθορά ανθρώπων τόσον μεγάλη. Διότι ούτε ιατροί, οι οποίοι, αγνοούντες την φύσιν της ασθενείας, επεχείρουν δια πρώτην φοράν να την θεραπεύσουν, αλλ' απέθνησκαν οι ίδιοι μάλλον, καθόσον και περισσότερον ήρχοντο εις επαφήν με αυτήν, ούτε άλλη καμμία ανθρωπίνη τέχνη ηδύνατο να βοηθήση. Ό,τι αφορά, εξ άλλου, τας προς τους θεούς παρακλήσεις ή τας προς τα μαντεία επικλήσεις και τα τοιαύτα, τα πάντα ήσαν ανωφελή, και επί τέλους οι άνθρωποι, καταβληθέντες από το κακόν παρητήθησαν αυτών. 
48. Η νόσος ήρχισε το πρώτον, ως λέγεται, από την νοτίως της Αιγύπτου κειμένην Αιθιοπίαν, από όπου κατέβη έπειτα εις την Αίγυπτον και την Λιβύην και επεξετάθη εις το πλείστον μέρος της Περσικής αυτοκρατορίας. Εις δε την πόλιν των Αθηνών ενέσκηψεν αιφνιδίως και προσέβαλε κατά πρώτον τους κατοίκους του Πειραιώς, και δια τούτο ελέχθη από αυτούς ότι οι Πελοποννήσιοι είχαν ρίψει δηλητήριον εις τας δεξαμενάς, διότι κρήναι δεν υπήρχαν ακόμη εκεί. Αλλ' ύστερον έφθασε και εις την άνω πόλιν και από τότε ηύξησε μεγάλως η θνησιμότης. Καθείς δε, είτε ιατρός, είτε άπειρος της ιατρικής, ημπορεί, αναλόγως της ατομικής του κρίσεως, να ομιλή περί της πιθανής προελεύσεώς της και περί των αιτίων, τα οποία νομίζει ικανά να επιφέρουν τοιαύτην διατάραξιν των υγιεινών συνθηκών. Αλλ' εγώ, που και ο ίδιος έπαθα από την νόσον, και με τα ίδια τα μάτια μου είδα άλλους πάσχοντας, θα εκθέσω την πραγματικήν της πορείαν και θα περιγράψω τα συμπτώματά της, η ακριβής παρατήρησις των οποίων θα επιτρέψη ασφαλέστερον εις τον καθένα που θα ήθελε να τα σπουδάση επιμελώς να κάμη την διάγνωσίν της, εάν ποτέ ήθελε και πάλιν ενσκήψει.
49. Το έτος τωόντι εκείνο, κατά κοινήν ομολογίαν, έτυχε μέχρι της στιγμής της εισβολής της νόσου να είναι κατ' εξοχήν απηλλαγμένον από άλλας ασθενείας. Εάν όμως κανείς υπέφερε τυχόν προηγουμένως από καμμίαν άλλην ασθένειαν, όλαι κατέληγαν εις αυτήν. Όσοι, εξ άλλου, ήσαν ως τότε υγιείς, χωρίς καμμίαν φανεράν αιτίαν προσεβάλλοντο αιφνιδίως από πονοκέφαλον με ισχυρόν πυρετόν και ερυθήματα και φλόγωσιν των οφθαλμών, και το εσωτερικόν του στόματος, ο φάρυγξ και η γλώσσα εγένοντο ευθύς αιματώδη, και η εκπνοή ήτο αφύσικος και δυσώδης. Κατόπιν των φαινομένων αυτών, επηκολούθουν πτερνισμοί και βραχνάδα, και μετ' ολίγον το κακόν κατέβαινεν εις το στήθος, συνοδευόμενον από ισχυρόν βήχα. Και όταν προσέβαλλε τον στόμαχον, επροκάλει ναυτίαν και ταύτην επηκολούθουν, με μεγάλην μάλιστα ταλαιπωρίαν, εμετοί χολής, όσοι περιγράφονται υπό των ιατρών. Και εις άλλους μεν αμέσως, εις άλλους δε πολύ βραδύτερον, παρουσιάζετο τάσις προς εμετόν ατελεσφόρητος, προκαλούσα ισχυρόν σπασμόν, ο οποίος εις άλλους μεν κατέπαυεν, εις άλλους δε εξηκολούθει επί πολύ. Το σώμα εξωτερικώς δεν παρουσιάζετο πολύ θερμόν εις την αφήν, ούτε ήτο ωχρόν, αλλ' υπέρυθρον, πελιδνόν, έχον εξανθήματα μικρών φλυκταινών και ελκών. Εσωτερικώς όμως εθερμαίνετο τόσον πολύ ώστε οι ασθενείς δεν ηνείχοντο ούτε ελαφρότατα ενδύματα ή σινδόνια, και επέμεναν να είναι γυμνοί, και μεγίστην ησθάνοντο ευχαρίστησιν, αν ημπορούσαν να ριφθούν εντός ψυχρού ύδατος. Πολλοί δε πράγματι, οι οποίοι είχαν μείνει ανεπιτήρητοι, ερρίφθησαν εις δεξαμενάς, διότι κατετρύχοντο από δίψαν άσβεστον, αφού και το πολύ και το ολίγον ποτόν εις ουδέν ωφέλει. Και η αδυναμία του ν' αναπαυθούν, καθώς και η αϋπνία, τους εβασάνιζαν διαρκώς. Και το σώμα, εφόσον η νόσος ήτο εις την ακμήν της, δεν κατεβάλλετο, αλλ' αντείχε καταπληκτικώς εις την ταλαιπωρίαν, ώστε ή απέθνησκαν οι πλείστοι την εβδόμην ή ενάτην ημέραν εκ του εσωτερικού πυρετού, πριν εξαντληθούν εντελώς αι δυνάμεις των, ή, εάν διέφευγαν την κρίσιν, η νόσος κατήρχετο περαιτέρω εις την κοιλίαν και επροκάλει ισχυράν έλκωσιν, και συγχρόνως επήρχετο ισχυρά διάρροια, ούτως ώστε κατά το μεταγενέστερον τούτο στάδιον οι πολλοί απέθνησκαν από εξάντλησιν. Διότι το νόσημα, αφού ήρχιζεν από την κεφαλήν, όπου το πρώτον εγκαθίστατο, εξετείνετο βαθμηδόν εφ' όλου του σώματος, και αν κανείς ήθελε διαφύγει τον θάνατον, προσέβαλλε τα άκρα, όπου άφινε τα ίχνη του. Καθόσον το νόσημα προσέβαλλε και τα αιδοία και τα άκρα των χειρών και ποδών, και πολλοί χάνοντες αυτά εσώζοντο, μερικοί μάλιστα έχαναν και τους οφθαλμούς. Άλλοι πάλιν, ευθύς μετά την θεραπείαν, επάθαιναν γενικήν αμνησίαν και δεν ανεγνώριζαν ούτε εαυτούς, ούτε τους οικείους των.
50. Ο χαρακτήρ τωόντι της νόσου ήτο τοιούτος, ώστε δεν ημπορεί να περιγραφή επαρκώς δια λόγων, και όχι μόνον η σφοδρότης της προσβολής εκάστου κρούσματος υπερέβαινε γενικώς την ανθρωπίνην αντοχήν, αλλά και κατά τούτο απεδείχθη σαφέστατα ότι δεν επρόκειτο δια καμμίαν από τας συνήθεις ανθρωπίνας ασθενείας, καθόσον τα όρνεα και τα τετράποδα, όσα τρώγουν τα ανθρώπινα πτώματα, μολονότι πολλοί νεκροί έμεναν άταφοι, ή δεν επλησίαζαν αυτούς, ή αν έτρωγαν από τα πτώματα, εψοφούσαν. Απόδειξις τούτου είναι η αναμφισβήτητος εξαφάνισις των ορνέων τούτων, τα οποία δεν έβλεπε κανείς ούτε πέριξ των πτωμάτων, ούτε αλλού πουθενά. Ενώ προκειμένου περί των σκύλων, το αποτέλεσμα ήτο ακόμη περισσότερον καταφανές, ως εκ του ότι συμβιούν με τους ανθρώπους.
51. Τοιούτος λοιπόν ήτο ο γενικός χαρακτήρ της ασθενείας, διότι παραλείπω πολλά άλλα ασυνήθη συμπτώματα, κατά τα οποία τα καθέκαστα κρούσματα διέφεραν τα μεν από τα δε. Και εφόσον διήρκει η νόσος, καμμία άλλη από τας συνήθεις ασθενείας δεν παρηνώχλει τους κατοίκους, εάν δε τυχόν παρουσιάζετο κανέν κρούσμα, απέληγεν εις αυτήν. Και άλλοι, μεν απέθνησκαν ένεκα ανεπαρκούς νοσηλείας, άλλοι όμως μολονότι υπεβάλλοντο εις επιμελεστάτην τοιαύτην. Αλλ' ουδέ και κανέν φάρμα-κον, δύναμαι σχεδόν να είπω, ευρέθη, του οποίου η χρήσις να είναι αποτελεσματική, διότι εκείνο που ωφελεί τον ένα, αυτό το ίδιον έβλαπτε τον άλλον, και καμμία ιδιοσυγκρασία, όπως απεδείχθη, δεν ήτο αρκετά ισχυρά δια να αντισταθή, ή αρκετά ασθενής, όπως αποφύγη την ασθένειαν, αλλά όλοι αδιακρίτως υπέκυπταν εις αυτήν, και εκείνοι ακόμη, που εθεραπεύοντο με πάσαν ιατρικήν επιμέλειαν. Και το φοβερώτερον εις όλην αυτήν την ασθένειαν ήτο όχι μόνον η αποθάρρυνσις των θυμάτων, όταν αντελαμβάνοντο ότι προσεβλήθησαν από την νόσον (διότι το πνεύμα των παρεδίδετο αμέσως εις απελπισίαν και εγκατέλειπαν εαυτούς εις την τύχην και δεν ανθίσταντο κατά της ασθενείας), αλλά και το γεγονός ότι νοσηλεύοντες ο εις τον άλλον, εμολύνοντο και απέθνησκαν ωσάν πρόβατα. Και τούτο προεκάλει τους περισσοτέρους θανάτους, διότι ή απέφευγαν εκ φόβου να επικοινωνούν προς αλλήλους και οι ασθενείς απέθνησκαν εγκαταλελειμμένοι, εις τρόπον ώστε πολλαί κατοικίαι ερημώθησαν δι' έλλειψιν νοσηλείας, είτε επικοινωνούσαν και απέθνησκαν εκ της μολύνσεως. Η τελευταία αυτή τύχη επεφυλάσσετο ιδίως εις τους οπωσδήποτε αντιποιουμένους ευγένειαν αισθημάτων, διότι, θεωρούντες τούτο καθήκον τιμής, επεσκέπτοντο τους φίλους των, αψηφούντες τον προσωπικόν κίνδυνον, ενώ αντιθέτως οι ίδιοι οι συγγενείς, καταβαλλόμενοι από το μέγεθος της συμφοράς, εβαρύνοντο επί τέλους και παρήτουν και αυτούς τους θρήνους υπέρ των αποθνησκόντων. Ακόμη όμως περισσότερον ευσπλαχνίζοντο τους θνήσκοντας και τους ασθενείς όσοι είχαν θεραπευθή από την νόσον διότι και εγνώριζαν αυτήν εξ ιδίας πείρας και ήσαν του λοιπού οι ίδιοι πλήρεις θάρρους, καθόσον η νόσος δεν προσέβαλλε δις τον ίδιον άνθρωπον, μετά κακής τουλάχιστον εκβάσεως. Και όχι μόνον εμακαρίζοντο αυτοί από τους άλλους, αλλά και οι ίδιοι, ένεκα της υπερβολής της παρούσης χαράς των, είχαν ως προς το μέλλον κάποιαν επιπολαίαν ελπίδα, ότι δεν θ' απέθνησκαν πλέον ούτε από άλλην ασθένειαν.
52. Αλλά την εκ της νόσου ταλαιπωρίαν επηύξησεν η συγκέντρωσις του πληθυσμού της υπαίθρου χώρας εντός της πόλεως. Οι νεωστί ιδίως εισελθόντες υπέφεραν περισσότερον. Διότι δια την έλλειψιν οικιών ηναγκάζοντο να ζουν εντός παραπηγμάτων πνιγηρών ως εκ του θέρους, και οι θάνατοι επήρχοντο εν τω μέσω μεγάλης αταξίας. Νεκροί έκειντο οι μεν επί των δε, και ημιθανείς εκυλίοντο εντός των δρόμων προς όλας τας κρήνας, ως εκ της ασβέστου δίψης, και οι ιεροί περίβολοι, εντός των οποίων είχαν κατασκηνώσει, ήσαν πλήρεις νεκρών, οι οποίοι απέθνησκαν εντός αυτών. Διότι επειδή το κακόν τους κατεβασάνιζεν, οι άνθρωποι, μη γνωρίζοντες ποίον θα είναι το τέλος των, ολιγώρως είχον προς πάντα θείον και ανθρώπινον νόμον. Ως εκ τούτου τα έθιμα, προς τα οποία συνεμορφώνοντο έως τότε, προκειμένου περί ενταφιασμού, κατεπατήθησαν όλα, και καθείς έθαπτε τους νεκρούς του όπως ημπορούσε. Πολλοί μάλιστα, ένεκα ελλείψεως των απαιτουμένων δια την ταφήν υλικών, λόγω του ότι πολλοί εκ της οικογενείας των είχαν ήδη προαποθάνει, προσέφευγαν εις μέσα ταφής βδελυρά. Διότι άλλοι μεν απέθεταν πρώτον τον ιδικόν των νεκρόν επί ξένης πυράς και την ήναπταν, προλαμβάνοντες εκείνους που την είχαν στήσει, άλλοι δε, ενώ νεκρός εκαίετο ήδη, έρριπταν επάνω εκείνον που έφεραν και έφευγαν.
53. Αλλ' η νόσος εισήγαγε προσέτι και άλλας χειροτέρας μορφάς ανομίας εις την πόλιν. Διότι πολλοί, οι οποίοι προηγουμένως απέκρυπταν την επίδοσίν των εις αθεμίτους ηδονάς, παρεδίδοντο ήδη εις αυτάς χωρίς καμμίαν επιφύλαξιν, καθόσον έβλεπαν πόσον αιφνίδια ήτο η μετάπτωσις, αφ' ενός μεν των πλουσίων, οι οποίοι εξαίφνης απέθνησκαν, αφ' ετέρου δε των τέως εντελώς απόρων, οι οποίοι εις μίαν στιγμήν υπεισήρχοντο εις τας περιουσίας εκείνων. Ως εκ τούτου, απεφάσιζαν να χαρούν την ζωήν των όσον ημπορούσαν ταχύτερον, επιδιδόμενοι εις τας απολαύσεις, διότι εθεώρουν και την ζωήν και τον πλούτον εξ ίσου εφήμερα. Και κανείς δεν ήτο διατεθειμένος να υποβάλλεται προκαταβολικώς εις ταλαιπωρίας προς επιδίωξιν σκοπού, τον οποίον ενόμιζεν ενάρετον, αφού εθεώρει αμφίβολον, αν θα επιζήση δια να πραγματοποιήση αυτόν, μόνον δε ό,τι παρείχεν άμεσον απόλαυσιν και ό,τι καθ' οιονδήποτε τρόπον ωδήγει εις τούτο κατήντησε να θεωρήται και ενάρετον και χρήσιμον. Αλλά φόβος των θεών ή νόμος των ανθρώπων κανείς δεν τους συνεκράτει, αφ' ενός μεν διότι βλέποντες ότι όλοι εξ ίσου απέθνησκαν, έκριναν ότι καμμία δεν υπήρχε διαφορά μεταξύ ευσεβείας και ασεβείας, εξ άλλου δε, επειδή κανείς δεν επίστευεν ότι θα επιζήση, δια να δώση λόγον των εγκλημάτων του και τιμωρηθή δι' αυτά. Τουνοντίον, όλοι εθεώρουν ότι η ήδη κατεψηφισμένη κατ' αυτών και επί των κεφαλών των επικρεμαμένη τιμωρία ήτο πολύ βαρυτέρα, και ότι πριν επιπέση κατ' αυτών, εύλογον ήτο να χαρούν οπωσδήποτε την ζωήν των.
54. Εις τοιαύτην συμφοράν περιπεσόντες οι Αθηναίοι, εταλαιπορούντο, καθόσον και εντός της πόλεως η θνησιμότης ήτο μεγάλη και εκτός αυτής τα κτήματά των ερημώνοντο. Μερικοί μάλιστα κατά την διάρκειαν της δυστυχίας ενθυμήθησαν, όπως ητο φυσικόν, τον επόμενον στίχον, περί του οποίου οι πρεσβύτεροι απ' αυτούς εβεβαίωναν, ότι εψάλλετο εις παλαιοτέραν εποχήν: "θα έλθη δωρικός πόλεμος και λοιμός μαζί μ' αυτόν". Είναι αληθές ότι αντέτειναν μερικοί ότι ο παλαιός στίχος ωμιλούσε περί λιμού και όχι λοιμού, αλλ' επί του παρόντος επεκράτησε φυσικά η γνώμη ότι η λέξις, της οποίας είχε γίνη χρήσις εις το άσμα, ήτο λοιμός, καθόσον οι άνθρωποι εμνημόνευαν τον στίχον σύμφωνα με τα παθήματά των. Αλλ' εάν ποτέ επέλθη άλλος δωρικός πόλεμος μετά τον σημερινόν, και συμπέση να επέλθη λιμός, μου φαίνεται πιθανόν ότι τον στίχον θα ψάλλουν με την λέξιν αυτήν. Ενθυμήθησαν επίσης, όσοι τον εγνώριζαν και τον προς τους Λακεδαιμονίους χρησμόν, όταν εις ερώτησίν των προς τον θεόν, εάν πρέπη να πολεμήσουν, ούτος απήντησεν, ότι εάν διεξαγάγουν τον πόλεμον με όλας των τας δυνάμεις, θα νικήσουν, βεβαιών συνάμα ότι και αυτός θα τους βοηθήση. Όσον λοιπόν αφορά τον χρησμόν, τα τότε συμβαίνοντα εθεώρουν σύμφωνα με τας προβλέψεις του. Το βέβαιον είναι ότι η νόσος ήρχισεν ευθύς μετά την εισβολήν των Πελοποννησίων, και εις μεν την Πελοπόννησον δεν επεξετάθη, τουλάχιστον εις βαθμόν άξιον λόγου, αλλ' εθέρισε προ πάντων μεν τας Αθήνας, έπειτα δε και μερικούς πολυανθρωποτέρους συνοικισμούς. Τοιαύτη υπήρξεν η πορεία της νόσου.

Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2016

Ηφαιστότευκτο σκήπτρο


Στην κατοχή του ο Ατρέας είχε ένα ηφαιστότευκτο σκήπτρο και μια χρυσή προβιά, που του είχε δοθεί από τον ίδιο τον Ερμή, σύμβολο του ποιμένα βασιλιά σε εποχές που πηγή πλούτου για τον βασιλιά ήταν τα κοπάδια και η κλοπή ζώων που επαύξανε την περιουσία του.

Ηφαιστότευκτο σκήπτρο

Λέγεται ότι, φτάνοντας στη χώρα της Φωκίδας η Ηλέκτρα, η κόρη του Αγαμέμνονα, έχασε το σκήπτρο, το οποίο βρέθηκε αργότερα στα σύνορα Χαιρώνειας και Πανοπέα μαζί με χρυσάφι. Οι κάτοικοι του Πανοπέα πήραν το χρυσάφι, της Χαιρώνειας το σκήπτρο. Ο Παυσανίας παραδίδει τα εξής: «Από τους θεούς οι Χαιρωνείς τιμούν περισσότερο το σκήπτρο που έφτιαξε κατά τον Όμηρο ο Ήφαιστος για τον Δία· απ' αυτόν το πήρε ο Ερμής και το έδωσε στον Πέλοπα, ο Πέλοπας το άφησε στον Ατρέα, ο Ατρέας στον Θυέστη και από τον Θυέστη το έχει ο Αγαμέμνονας. Αυτό το σκήπτρο λατρεύουν, λοιπόν, και το ονομάζουν Δόρυ. Ότι αυτό το σκήπτρο έχει κάτι το κατ' εξοχήν θείο φαίνεται καθαρά από τη δόξα που φέρνει στους Χαιρωνείς. Λένε ότι βρέθηκε στα σύνορα της χώρας τους με την περιοχή των Πανοπέων στη Φωκίδα και ότι μαζί με αυτό ο Φωκείς βρήκαν και χρυσάφι και ήταν πολύ ευχαριστημένοι που πήραν το σκήπτρο αντί για τον χρυσό. Είμαι της γνώμης ότι το έφερε στη Φωκίδα η Ηλέκτρα, η κόρη του Αγαμέμνονα. Δημόσιος ναός για το σκήπτρο δεν έχει κτιστεί αλλά ο ιερέας φυλάει το σκήπτρο για ένα χρόνο σε ένα σπίτι. Και προσφέρονται θυσίες κάθε μέρα και δίπλα του είναι μια τράπεζα γεμάτη από κρέατα κάθε είδους και γλυκίσματα» (Παυσανίας 9.40.11-12)
 Μια άλλη εκδοχή του μύθου δεν μιλά για κανένα από αυτά τα εγκλήματα που ήταν άγνωστα και στα ομηρικά έπη. Πάντως, σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, η διαδοχή στην εξουσία έγινε ομαλά, τα σύμβολα της εξουσίας, το ηφαιστότευκτο σκήπτρο και η χρυσή προβιά, δόθηκαν στον πρωτότοκο Ατρέα. Εκείνος τα παραχώρησε στον αδελφό του Θυέστη, μέχρι να ενηλικιωθούν τα ανήλικα παιδιά του Αγαμέμνονας και Μενέλαος, κι εκείνος με τη σειρά του τα επέδωσε στον πρωτότοκο Αγαμέμνονα. Η ειρηνική αυτή διαδοχή (Ιλ., Β 100-108), που αντανακλά τον θεσμό των δύο βασιλέων στη Σπάρτη και επιβίωσε μέχρι την κατάκτηση της πόλης από τους Ρωμαίους, δεν εξυπηρετούσε πολιτικά τη μεταμυκηναϊκή εξουσία ούτε παρουσίαζε ενδιαφέρον για τους τραγικούς ποιητές του 5ου αι. π.Χ. Γι' αυτό διαμορφώθηκε μια δεύτερη εκδοχή, όπου η διαδοχή στην εξουσία γίνεται με τρόπο ανώμαλο· σε αυτό συμβάλλουν και γυναίκες.

 ότε ο Αγαμέμνονας ασκώθη ο πρωταφέντης,
κρατώντας το ραβδί στο χέρι του, τρανή του Ηφαίστου τέχνη·
στο Δία, το γιο του Κρόνου, κάποτε το 'χε χαρίσει εκείνος,
κι ο Δίας του Αργοφονιά το εχάρισε, του ψυχοπερατάρη,
κι ο Ερμής το χάρισε στον Πέλοπα τον αλογάρη πάλε,
κι ο Πέλοπας του Ατρέα το χάρισε του πρωτοστρατολάτη,
και στο Θυέστη ο Ατρέας πεθαίνοντας το βαριοκοπαδάρη,
κι ο Θυέστης πάλε του Αγαμέμνονα κλερονομιά το αφήκε,
πλήθος νησιά και την Αργίτικη για ν' αφεντεύει χώρα.

Πηγή

Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016

Ορέστου Απολογία

Ζακλίν ντε Ρομιγύ
Η αφήγηση της Ορέστειας του Αισχύλου
εκδόσεις Ωκεανίδα, σ. 165, 12 ευρώ
Το εξαιρετικό βιβλίο της Ζακλίν ντε Ρομιγύ «Η αφήγηση της Ορέστειας του Αισχύλου» διαβάσαμε αυτές τις ημέρες. Το βιβλίο της Ρομιγύ αποτελεί έναν πολύτιμο οδηγό στον πολυδαίδαλο λόγο του Αισχύλου και στο κείμενο της Ορέστειας, το οποίο δίχως καμία καθοδήγηση είναι ίσως αδύνατον να προσεγγιστεί. Η τριλογία της Ορέστειας του μεγάλου έλληνα τραγικού Αισχύλου αποτελείται από τρεις τραγωδίες, τον Αγαμέμνονα, τις Χοηφόρους και τις Ευμενίδες. Συνοπτικά η υπόθεσή της έχει ως εξής: ο Αγαμέμνων, ο νικητής των Τρώων, επιστρέφει από τον πόλεμο στο ανάκτορό του. Εκεί ξαναβρίσκει τη γυναίκα του Κλυταιμνήστρα, η οποία «έχει αποκτήσει έναν εραστή», τον Αίγισθο, κι επομένως έχει λόγους για να τον μισεί. Μεθοδικά προετοιμάζεται ο φόνος του Αγαμέμνονος από την Κλυταιμνήστρα, ο οποίος και πραγματοποιείται. Η δεύτερη τραγωδία της τριλογίας, οι Χοηφόροι αφηγείται τη δολοφονία της Κλυταιμνήστρας από τον γιο της Ορέστη, ο οποίος παίρνει εκδίκηση για τον φόνο του πατέρα του. Στην τρίτη τραγωδία της τριλογίας, τις Ευμενίδες, ο Ορέστης δικάζεται για το έγκλημά του σε μια δίκη όπου παίρνουν μέρος οι θεότητες Ερινύες, ο θεός Απόλλων και η θεά Αθηνά, και τελικά αθωώνεται χάρη στην αθωωτική ψήφο της ίδιας της Αθηνάς.
Σε μια πρώτη προσέγγιση του κειμένου του Αισχύλου ανακύπτουν μια σειρά από ερωτήματα: Ποια είναι η πραγματικότητα την οποία θέλει να σχολιάσει ο Ελληνας τραγικός με τα επεισόδια των δύο φόνων (του Αγαμέμνονος από την Κλυταιμνήστρα και της Κλυταιμνήστρας από τον Ορέστη); Τι υποδηλώνει στην τριλογία η μορφή του Αγαμέμνονος και ποια είναι η θέση της Κλυταιμνήστρας απέναντί του, τη στιγμή που αυτός έχει θυσιάσει την κόρη τους Ιφιγένεια χάριν της ευόδωσης της εκστρατείας στην Τροία; Και βέβαια, το κεντρικό: Τη στιγμή που ο Ορέστης είναι ένοχος μητροκτονίας, δικαιούται συγχώρεση, και αν ναι, πώς γίνεται να επιτευχθεί κάτι τέτοιο;
Δίχως να ισχυριζόμαστε πως θα δώσουμε επαρκή απάντηση σ' αυτά τα τόσο κεντρικά αλλά και καίρια ερωτήματα που διέπουν τη σκέψη των αρχαίων τραγικών, θα επιχειρήσουμε ωστόσο μία προσέγγιση.
Ο Αγαμέμνων θυσίασε την κόρη του Ιφιγένεια δίνοντας λύση σε ένα δυσβάσταχτο δίλημμα - αν θα ζήσει το παιδί του ή αν θα επιλέξει αυτός την εκστρατεία στην Τροία με κόστος τη ζωή της Ιφιγένειας. Ο Αγαμέμνων έκανε έναν πόλεμο, για ασήμαντη φαινομενικά αφορμή - ως απάντηση στην αρπαγή «της Ωραίας Ελένης», γυναίκας «πολύανδρου» - τον οποίο πόλεμο κέρδισε με δόλο, με τον γνωστό Δούρειο Ιππο, κατόπιν παρότρυνσης του Οδυσσέα.
Ο Αγαμέμνων έχει διαπράξει ύβρι, επιστρέφει δε στον τόπο του με την αλαζονεία του νικητή. Η γυναίκα του Κλυταιμνήστρα έχει τουλάχιστον δύο βασικούς λόγους για να τον μισεί· διότι αυτός έχει θυσιάσει την αγαπημένη τους κόρη, και διότι αυτή έχει αποκτήσει εραστή, τον Αίγισθο. Κατόπιν προετοιμασίας του γεγονότος σε ολόκληρη την πρώτη τραγωδία της τριλογίας, η Κλυταιμνήστρα σκοτώνει τον Αγαμέμνονα δίχως το ελάχιστο ίχνος ενοχής.
Αν ο Αγαμέμνων είναι υβριστής -και όντως είναι- από μια πλευρά, δικαιούται να είναι κάτι τέτοιο· είναι ένας από τους πρώτους εκπροσώπους του «αμιγώς» δυτικού πολιτισμού, στη λογοτεχνία, και είναι νικητής ενός μεγάλου πολέμου· είναι αλαζόνας και δικαιούται να είναι, διότι υπερίσχυσε των Τρώων ύστερα από έναν σκληρό και αδελφοκτόνο πόλεμο, επίσης, πέτυχε στον σκοπό του και λόγω αυτού ακριβώς του αλαζονικού χαρακτήρα του. Ο δυτικός πολιτισμός βρίθει από «μοντέλα ισχυρών ανδρών», ισχυρών υβριστών που υπερισχύουν στους πολιτικούς αγώνες μέσα από εκατόμβες αθώων θυμάτων - μιλάμε για έναν κατεξοχήν αλαζονικό πολιτισμό, που θεμελιώνεται στην «κυρίαρχη και κυριαρχική πράξη» του πατέρα αφέντη· αυτό ακριβώς εκθέτει ο Αισχύλος με τη φιγούρα του Αγαμέμνονος. Πέραν τούτου, ο Αγαμέμνων ως πατέρας του Ορέστη είναι εκ των προτέρων «δικαιωμένος» στα μάτια του γιου του, στον οποίο έχει δώσει και την ταυτότητα του φύλου.
Από την πλευρά της, η Κλυταιμνήστρα είναι η κατεξοχήν γυναίκα: μητέρα (του Ορέστη), σύζυγος (του Αγαμέμνονος) και ερωμένη (του Αίγισθου)· σκοτώνει τον Αγαμέμνονα χωρίς ηθικούς ενδοιασμούς: ο προαιώνιος φόβος του άνδρα απέναντι στη γυναίκα εμφανίζεται στην τριλογία της Ορέστειας σε όλο του το μεγαλείο. Την Κλυταιμνήστρα δεν την απασχολεί ούτε στο ελάχιστο η έννοια του παραπτώματος - θέλει μονάχα να σκοτώσει τον Αγαμέμνονα, τον οποίο μισεί μέσα από τα έγκατα της ψυχής της.
Ο φόνος της Κλυταιμνήστρας από τον Ορέστη είναι ένας ιδιότυπος φόνος. Κατά μία έννοια είναι ένας «δίκαιος φόνος» για δύο λόγους: Πρώτον, έρχεται ως πράξη απονομής δικαιοσύνης «από τα χέρια» του γιου της Ορέστη, τιμωρία της Κλυταιμνήστρας για τον φόνο του Αγαμέμνονος που έχει διαπράξει εκείνη νωρίτερα, ο οποίος συνιστά έγκλημα καθοσιώσεως. Δεύτερον, είναι ένας φόνος αποφασισμένος από τους θεούς (από τον ίδιο τον Απόλλωνα).
Η Κλυταιμνήστρα έχει προσβάλει ό,τι ιερότερο για ένα αγόρι: το πρόσωπο αλλά και το σύμβολο του πατέρα - ένα σύμβολο με χαρακτηριστικά «ιερότητας». Ετσι, ο Ορέστης οφείλει να κάνει έναν φόνο ως απάντηση στην προσβολή, στην ύψιστη προσβολή του ονόματος του πατέρα του (ας θυμηθούμε τους αλλεπάλληλους φόνους του Αμλετ στον Αμλετ του Σαίξπηρ) - αυτή την έννοια έχει η απόφαση των θεών, που τον θέλουν να εκδικείται και όχι να συγχωρεί - είναι, αλήθεια, δυνατόν να συγχωρέσει κανείς ποτέ τον φόνο του πατέρα του από την ίδια τη μητέρα του; Από την άλλη, ο Ορέστης «επιλέγει» να κάνει τον φόνο και αυτό το γεγονός τον καθιστά άτομο υπεύθυνο, αλλά και τραγική προσωπικότητα. Αν ο φόνος της Κλυταιμνήστρας γίνεται για να «απαντηθεί» ο φόνος του Αγαμέμνονος, είναι πάντως «μητροκτονία» - είναι επίσης «έγκλημα καθοσιώσεως» από το μέρος του.
Η διάπραξη του φόνου της μητέρας του συνιστά το ίδιο το πεπρωμένο του Ορέστη: ο Ορέστης στη δυτική λογοτεχνία είναι μια ούτως ή άλλως «ενοχική προσωπικότητα» -έτσι παριστάνεται στην Ανδρομάχη του Ρακίνα π.χ.-, αλλά ισχύει και κάτι άλλο: ο Ορέστης κάνει αυτόν τον φόνο όχι μόνο για να τιμωρήσει την Κλυταιμνήστρα, αλλά και «για να υπάρξει» αυτός ο ίδιος ως dramatis persona αλλά και ως άτομο. Ο Ορέστης δεν εμφανίζεται στην Ορέστεια παρά αρκετά αργά, και αυτό γίνεται με σκοπό να διαπράξει τη συγκεκριμένη μητροκτονία. Ο φόνος της Κλυταιμνήστρας «γεννά» τον Ορέστη, τον φέρνει στο φως, τον βγάζει από την ανυπαρξία γιατί του δίνει ένα νόημα - το νόημα να είναι αυτός που δικαιώνει τον πατέρα του σκοτώνοντας τη μητέρα του. Ο Ορέστης έρχεται στο φως για να κάνει τον φόνο και κάνει τον φόνο για να έρθει στο φως. Είναι μητροκτόνος, δεν διαπράττει απλώς έναν οποιοδήποτε φόνο, αλλά «τον φόνο», τον φόνο που του δίνει την ταυτότητα του μητροκτόνου. Ο ίδιος είναι απολύτως συνειδητός σ' αυτήν του την απόφαση -να σκοτώσει την Κλυταιμνήστρα-, αλλά διαπράττει τον φόνο όχι δίχως δισταγμό (τελευταία στιγμή τον σπρώχνει ο φίλος του Πυλάδης στη μοιραία πράξη)· από την άλλη πλευρά, είναι λιγότερο εκδικητής -το μίσος βρίσκεται κυρίως με την πλευρά της Ηλέκτρας και όχι τόσο του Ορέστη- και περισσότερο τιμωρός - βάφει τα χέρια του στο αίμα της μητέρας του και αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη γι' αυτή του την πράξη.
Ποια είναι η έννοια της δικαίωσης του Ορέστη από το δικαστήριο του Αρείου Πάγου; Να ένα ερώτημα ιδιαίτερα δύσκολο να απαντηθεί. Οι χθόνιες θεότητες Ερινύες, αρχαϊκές εικόνες της ανθρώπινης ψυχής, θέλουν τον Ορέστη ένοχο, μα όχι δίχως διάλογο με την Αθηνά και τον Απόλλωνα στις συγκλονιστικές Ευμενίδες.
Η αρχαία πόλη των Αθηνών συνιστά ένα όλως διόλου «διαφωτιστικό» αρχέτυπο για ολόκληρη τη δυτική σκέψη και λογοτεχνία και μέσα στον Αρειο Πάγο τον δικάζουν οι αντιμαχόμενες δυνάμεις της ανθρώπινης ψυχής: η ενοχή και η πεφωτισμένη σκέψη. Οταν θα δικαιωθεί με την καθοριστική ψήφο της Αθηνάς - «η οποία δεν γεννήθηκε από γυναίκα», όπως λέει η ίδια.
Ο Ορέστης, ένα κατεξοχήν «αρχέτυπο» του δυτικού ανθρώπου, εικόνα ενός γιου νεκρού πατέρα -ας θυμηθούμε τον Οιδίποδα τύραννο- είναι και το αρχέτυπο ενός ανθρώπου που ξέρει τι σημαίνει συνείδηση και που κάποια στιγμή «δεν μπόρεσε να πράξει διαφορετικά» απ' ό,τι τελικά έπραξε, μα φέρει την ευθύνη της επιλογής του καθ' ολοκληρίαν - η έννοια της ηθικότητας στην αμιγέστερή της μορφή. Ο Αγαμέμνων και η Κλυταιμνήστρα έφυγαν από «το προσκήνιο της ιστορίας» και ο Ορέστης θα δικαιωθεί -δύσκολα μεν, μα θα δικαιωθεί μέσα από επιταγή του ορθού λόγου (εδώ, της Αθηνάς και του Αρείου Πάγου).
Το θέμα της ενοχής, του φόνου -λιγότερο, αλλά ορατά, το θέμα της εξουσίας- και το θέμα της ευθύνης είναι τα κεντρικά στην Ορέστεια, σ' αυτό το αρχέτυπο του δυτικού πολιτισμού που θα ακολουθήσει την εποχή του Αισχύλου. Ο Αισχύλος αποκωδικοποιεί βαθιές πραγματικότητες της ανθρώπινης ψυχής και της ανθρώπινης σκέψης βάζοντας τα χέρια του «επί των τύπων των ήλων»: ο Φρόυντ (Freud) είχε μιλήσει για ένα ενοχικό υπόβαθρο στην ανθρώπινη ψυχή που καραδοκεί για να εκφραστεί σαν τέτοιο με την πρώτη δυνατή κατηγορία που θα διατυπωθεί και το οποίο έχει τις ρίζες του κάτω και από αυτό το ίδιο το ατομικό ασυνείδητο. Η βαθιά και «ρηξιγενής» πραγματικότητα της ανθρώπινης ψυχής ζητεί την αποκωδικοποίηση στην Ορέστεια καθώς έρχεται στο φως μέσα από προβληματικές αμιγώς πολιτισμικές (η έννοια του φόνου και της εκδίκασής του) - προβληματικές πρώτ' απ' όλα του ορθού λόγου. Αυτό που δεν απαντιέται στην Ορέστεια είναι αν και πώς είναι δυνατόν ο δυτικός άνθρωπος να πετύχει την ειρήνη με τον εαυτό του, στρέφοντας με το μέρος του τα αρχαϊκά κομμάτια της ψυχής του και εξασφαλίζοντας την τόσο ποθητή γι' αυτόν απενοχοποίηση. Αυτό το ερώτημα ο Αισχύλος αφήνει εμάς να το απαντήσουμε.

Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2016

Ο Θουκυδίδης για τον Αγαμέμνονα και τον Τρωικό πόλεμο



Ο Τρωϊκός πόλεμος





Και ο Αγαμέμνων, ως φρονώ, κατώρθωσε να συγκεντρώση την ναυτικήν εκστρατείαν εναντίον της Τροίας, διά τον λόγον ότι υπερείχε κατά την δύναμιν από τους άλλους ηγεμόνας, και όχι τόσον διότι οι μνηστήρες της Ελένης, των οποίων υπήρξεν αρχιστράτηγος, είχαν δεσμευθή με τους όρκους που τους επέβαλεν ο Τυνδάρεως. Και όσοι, άλλωστε, από τους Πελοποννησίους παρέλαβαν από τους προγενεστέρους τας ασφαλεστέρας παραδόσεις διηγούνται ότι ο Πέλοψ απέκτησεν αρχικώς δύναμιν λόγω του μεγάλου πλούτου, με τον οποίον ήλθεν από την Ασίαν εις χώραν, της οποίας ο πληθυσμός ήτο πτωχός, και διά τούτο κατώρθωσε, μολονότι ξένος, να δώση εις αυτήν το όνομά του, και ότι ακόμη καλυτέρα τύχη επερίμενε τους απογόνους του μετά τον θάνατον του εγγονού του Ευρυσθέως, βασιλέως των Μυκηνών, ο οποίος εφονεύθη από τους Ηρακλείδας εις την Αττικήν. Καθόσον, όταν ούτος εξεστράτευσεν εκεί, ενεπιστεύθη την αντιβασιλείαν των Μυκηνών, λόγω συγγενείας, εις τον αδελφόν της μητρός του Ατρέα (ο οποίος κατά την εποχήν εκείνην ήτο εξωρισμένος από τον πατέρα του Πέλοπα διά τον φόνον του Χρυσίππου). Και επειδή ο Ευρυσθεύς δεν επέστρεψε πλέον, ο Ατρεύς, ο οποίος άλλωστε εθεωρείτο ανήρ πλουσιώτατος και είχε κολακεύσει το πλήθος, ανέλαβε την βασιλείαν των Μυκηνών και γενικώς των μερών, επί των οποίων εξετείνετο η αρχή του Ευρυσθέως, συμφώνως άλλωστε με την επιθυμίαν αυτών των Μυκηναίων, οι οποίοι επί πλέον εφοβούντο τους Ηρακλείδας. Και έτσι ο οίκος του Πέλοπος έγινεν ισχυρότερος από τον οίκον του Περσέως. Τα δύο αυτά σκήπτρα αφού ήνωσεν εις χείρας του ο Αγαμέμνων, υιός του Ατρέως, και έγινε συγχρόνως ισχυρότερος από τους άλλους κατά την ναυτικήν δύναμιν, κατώρθωσεν, όπως
εγώ νομίζω, να συγκέντρωση την εκστρατείαν, διότι οι ηγεμόνες τον ηκολούθησαν, όχι κατά χάριν, αλλ' από φόβον. Διότι εις την εκστρατείαν προσήλθεν έχων ο ίδιος τα περισσότερα πλοία και συγχρόνως εφωδίασε με τοιαύτα τους Αρκάδας, εάν η περί τούτου μαρτυρία του Ομήρου πρέπη να ληφθή υπ' όψιν. Και εις τους στίχους, άλλωστε, όπου ομιλεί περί της διαδοχής του σκήπτρου, αναφέρει περί αυτού ο Όμηρος ότι εβασίλευσεν εις πολλάς νήσους καί ολόκληρον το Άργος. Εν τούτοις, εάν δεν είχεν αξιόλογον ναυτικήν δύναμιν, δεν θα ημπορούσε με τον στρατόν της ξηράς να βασιλεύη εις νήσους, εκτός των εγγύς της παραλίας κειμένων, αι οποίαι όμως δεν ημπορούσαν να είναι πολλαί. Και από την εστρατείαν άλλωστε αυτήν πρέπει να εικάζωμεν περί της σημασίας των προγενεστέρων.
10. Το ότι αι Μυκήναι ήσαν μικραί, η κάθε άλλη πόλις του τότε καιρού φαίνεται σήμερον ασήμαντος, δεν είναι αποχρών λόγος όπως αρνηθή κανείς να πιστεύση ότι η κατά της Τροίας εκστρατεία υπήρξεν όσον μεγάλη λέγεται από τους ποιητάς και παριστάνεται από την παράδοσιν. Διότι, εάν η πόλις των Λακεδαιμονίων ήθελεν ερημωθή και δεν απέμεναν παρά οι ναοί και τα θεμέλια των άλλων οικοδομημάτων, οι μεταγενέστεροι, μετά πάροδον πολλού χρόνου, νομίζω, δεν θα επίστευαν ότι η δύναμίς της υπήρξεν ανάλογος προς την φήμην της. Και, εν τούτοις, οι Λακεδαιμόνιοι όχι μόνον εξουσιάζουν αμέσως τα δύο πέμπτα της Πελοποννήσου, αλλά και έχουν την αρχηγίαν του υπολοίπου αυτής και πολλών συμμάχων εκτός αυτής. Εφόσον, εν τούτοις, η πόλις της Σπάρτης ούτε ένα συνοικισμόν απετέλεσε ποτέ, ούτε πολυτελείς ναούς και οικοδομάς έκτισεν, αλλά κατοικείται κατά κώμας, σύμφωνα με την παλαιάν συνήθειαν της Ελλάδος, η δύναμίς της θα εφαίνετο υποδεεστέρα της πραγματικής. Ενώ, εάν η πόλις των Αθηνών επάθαινεν ομοίαν συμφοράν, η δύναμίς της, κρινομένη από την απλήν εξωτερικήν εμφάνισιν, θα εφαίνετο, νομίζω, διπλασία της πραγματικής. Δεν είναι λοιπόν ορθόν να είμεθα δύσπιστοι, ούτε ν' αποβλέπωμεν εις την εξωτερικήν εμφάνισιν των πόλεων μάλλον παρά εις την δύναμίν των, αλλά πρέπει να θεωρούμεν ότι η κατά της Τροίας εκστρατεία υπήρξε μεν μεγαλύτερα από τας προηγουμένας, υπολείπεται όμως των σημερινών, εάν πρέπη να πιστεύσωμεν και εδώ τα ποιήματα του Ομήρου. Διότι, μολονότι είναι φυσικόν να υποθέσωμεν ότι ούτος ως ποιητής μεγαλοποιεί δια της φαντασίας του την εκστρατείαν όμως και πάλιν φαίνεται αυτή υποδεεστέρα. Καθόσον, από τα χίλια διακόσια πλοία, που έλαβαν μέρος εις την εκστρατείαν, περιγράφει τα μεν των Βοιωτών ως έχοντα εκατόν είκοσι άνδρας έκαστον, τα δε του Φιλοκτήτου πενήντα, μνημονεύων ούτως, ως πιστεύω, τα μεγαλύτερα και τα μικρότερα πλοία. Εν πάση περιπτώσει, δεν μνημονεύει άλλου μεγέθους πλοία εις τον κατάλογόν του. Ότι, εξ άλλου, όλοι οι άνδρες του πληρώματος ήσαν κωπηλάται συγχρόνως και μάχιμοι, αναφέρει εν σχέσει προς τα πλοία του Φιλοκτήτου, όταν παριστάνη όλους τους κωπηλάτας ως τοξότας. Επιβάται, εξ άλλου, εκτός των βασιλέων και των κυριωτάτων εκ των εν τέλει, δεν είναι πιθανόν να επέβαιναν εις τα πλοία πολλοί, λόγω ιδίως ότι έμελλαν να διαπλεύσουν το πέλαγος μετά του πολεμικού υλικού εντός πλοίων τα οποία δεν είχαν καν κατάστρωμα, αλλά ήσαν κατεσκευασμένα κατά τον παλαιόν τρόπον, προσομοιάζοντα μάλλον προς τα πειρατικά. Εάν λοιπόν λάβωμεν τον μέσον όρον μεταξύ των μεγαλυτέρων και μικροτέρων πλοίων, οι εκστρατεύοντες δεν φαίνεται να ήσαν πολλοί, λαμβανομένου υπ' όψιν ότι ούτοι προήρχοντο από όλα συγχρόνως τα μέρη της Ελλάδος.
11. Αιτία τούτου ήτο όχι τόσον η ολιγανθρωπία όσον η αχρηματία. Διότι, ένεκα ελλείψεως επαρκών τροφίμων, εξεστράτευσαν με περιωρισμένην δύναμιν στρατού και τόσην μόνον, όσην ήλπιζαν ότι ημπορούσε να διατρέφεται από την χώραν, διαρκούντος του πολέμου. Αφού, άλλωστε, μετά την άφιξίν των ενίκησαν εις την πρώτην μάχην (ότι δε ενίκησαν αποδεικνύεται εκ του ότι εν εναντία περιπτώσει δεν θα ηδύναντο να περιχαρακώσουν το στρατόπεδόν των), ούτε τότε φαίνεται να μετεχειρίσθησαν ολόκληρον την δύναμίν των, αλλ' ένεκα ανεπαρκείας τροφίμων επεδόθησαν εις καλλιέργειαν της Χερσονήσου και εις την διαρπαγήν. Και συνέπεια της διασποράς αυτής των δυνάμεων των ήτο, ότι οι Τρώες ημπόρεσαν ευκολώτερον να παρατείνουν την κατ' αυτών αντίστασίν των επί του ανοικτού πεδίου, επί δέκα όλα έτη, ως γνωστόν, καθόσον ήσαν ισόπαλοι προς τους εκάστοτε υπολειπόμενους επί τόπου. Ενώ εάν ήρχοντο φέροντες άφθονα τρόφιμα και, αντί να επιδίδωνται εις την γεωργίαν και την διαρπαγήν, διεξήγαν τον πόλεμον άνευ διακοπής, θα κατώρθωναν διά της υπεροχής των εις τας εκ παρατάξεως μάχας να κυριεύσουν την Τροίαν, αφού και διεσπαρμένοι όπως ήσαν, και με μέρος μόνον του στρατού των εκάστοτε διαθέσιμον, αντείχαν. Εάν, εξ άλλου, επολιορκούσαν κανονικώς την Τροίαν, στρατοπεδεύοντες προ αυτής, θα την εκυρίευαν ταχύτερον και ακοπώτερον. Αλλ' ένεκα αχρηματίας και τα προ των Τρωικών υπήρξαν ασήμαντα και αυτή, εξ άλλου, η κατά της Τροίας εκστρατεία, μολονότι υπήρξεν ονομαστοτέρα από τας προηγουμένας, αποδεικνύεται εκ των πραγμάτων ότι ήτο υποδεεστέρα της φήμης της και της παραδόσεως, η οποία επικρατεί περί αυτής σήμερον χάρις εις τους ποιητάς.

Θουκυδίδου Ιστορία


Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2016

Χωρίς ταυτότητα

ΖΕΥΣ, Εθνικό Μουσείο
Είμαστε ένας λαός χωρίς ταυτότητα. Με μια ιστορία που ο ίδιος τη νομίζει λαμπρή. Και απορεί, πώς και δεν πέφτουν οι ξένοι ξεροί μπροστά στο μεγαλείο της. Οι ξένοι όμως, σαν συλλογιούνται την ελληνική ιστορία, την αρχαία εννοώ, γιατί για τη νέα δεν έχουν ακούσει, και βάλουν απέναντι της εμάς τους Νεοέλληνες, φέρνουν στο μυαλό τους άλλες παραστάσεις. Φέρνουν στο μυαλό τους κάποιους καμηλιέρηδες που περπατούν στο Καρνάκ και στη Γκίζα.
Τι σχέση ημπορεί να ‘χουν, συλλογιούνται, ετούτοι οι φελλάχοι του Μισιριού σήμερα με τους αρχαίους Φαραώ, και το βασιλικό ήθος των πυραμίδων τους;
Την ίδια σχέση βρίσκουν οι ξένοι στους σημερινούς Έλληνες με τους αρχαίους. Οι θεωρίες των διάφορων Φαλμεράυερ έχουν περάσει στους Φράγκους. Εμείς θέλουμε να πιστεύουμε ότι τους αποσβολώσαμε με τους ιστορικούς, τους γλωσσολόγους, και τους λαογράφους μας. Λάθος. Κρύβουμε το κεφάλι με το λιανό μας δάχτυλο. Και βέβαια. Πώς μπορούσε να γίνει αλλιώς, αφού ο μέγας γλωσσολόγος Γ. Χατζιδάκις έλεγε αυτά που έλεγε, -ορθά- κι από την άλλη έβριζε το Σολωμό μας αγράμματο, και τη γλώσσα του σκύβαλα και μαλλιαρά μαλλιά;
Σχέση με τους αρχαίους Έλληνες έχουμε εμείς, λένε οι Γάλλοι, οι Εγγλέζοι και οι Γερμανοί. Εμείς, που τους ανακαλύψαμε, τους αναστυλώσαμε, τους εξηγήσαμε. Για τους Ευρωπαίους οι Νεοέλληνες είμαστε μια δράκα ανθρώπων απρόσωπη, ανάμεσα σε βαλκανιλίκι, τουρκολογιά και αράπηδες. Είμαστε οι ορτοντόξ. Με το ρούσικο τυπικό στη γραφή, με τους κουμπέδες και τους τρούλλους πάνω από τα σπίτια των χωριών μας, με ακτινογραφίες σωμάτων και σκουληκόμορφες φιγούρες αγίων στους τοίχους των εκκλησιών. Οι Ευρωπαίοι βλέπουνε τους πολιτικούς μας να ψηφίζουν στη Βουλή να μπει το «ορθόδοξος» στην ευρωπαϊκή μας ταυτότητα, κατά τη διαταγή των παπάδων, και κοιτάνε ανακατωμένοι και ναυτιάζοντας κατά το θεοκρατικό Ιράν και τους Αγιατολάχους. Τέτοιοι οι βουλευτές μας, ακόμη και της Αριστεράς. «Αυτοί οι πολιτικοί, αυτοί οι βουλεπταί (sic) εκατάστρεψαν το έθνος». Έτσι γράφει ο Παπαδιαμάντης.
Θέλεις νά ‘χεις πιστή την εικόνα του Νεοέλληνα; Λάβε το ράσο του γύπα και του κόρακα. Λάβε τις ασπιδωτές κοιλιές των ιερέων, το καλυμμαύκι του Μακαρίου Β’ της Κύπρου. Και τα γένεια τα καλογερικά, που κρύβουν το πρόσωπο, καθώς άκοσμοι αγκαθεροί φράχτες τους αγρούς. Και τις κουκουλωμένες καλόγριες, την άλλη έκδοση του φερετζέ της Τούρκισσας, και έχεις τον Νεοέλληνα φωτογραφία στον τοίχο…
Απέναντι σε τούτη τη μελανή και γανιασμένη φοβέρα, φέρε την εικόνα του αρχαίου Έλληνα, για να μετρήσεις τη διαφορά. Φέρε τις μορφές των νέων σωμάτων, τις ευσταλείς και τις διακριτές. Να ανεβαίνουν από την Ολυμπία και τους Δελφούς, καθώς λευκοί αργυρόηχοι κρότοι κυμβάλων. Τους ωραίους χιτώνες τους χειριδωτούς, και τα λευκά ιμάτια τα πτυχωτά και τα ποδήρη. Τα πέδιλα από δέρματα μαροκινά, αρμοσμένα στις δυνατές φτέρνες. Φέρε την εικόνα που μας αφήσανε οι γυναίκες της αρχαίας Ελλάδας. Οι κοντυλογραμμένες, με τις λεπτές ζώνες, τον κυανό κεφαλόδεσμο, και το ζαρκαδένιο τόνο του κορμιού. Οι Ελληνίδες του Αργούς και της Ιωνίας, οι λινές και οι φαινομηρίδες. Τρέχουνε στα όρη μαζί με την Αταλάντη. Και κοιμούνται στα κοιμητήρια σαν την Κόρη του Ευθυδίκου. Όλες και όλοι στηριγμένοι χαρούμενα σε κάποια μαρμάρινη στήλη, σ’ ένα λιτό κιονόκρανο, σε μια κρήνη λευκή της Αγοράς. Με περίγυρα τους ωραίους γεωμετρημένους ναούς, αναπαμένους στο φως και στην αιθρία. Άνθρωποι, και θεοί, και αγάλματα ένα.
Όλα ετούτα, για να συγκρίνεις την παλαιή και τη νέα Ελλάδα, να τα βάλεις και να τα παραβάλεις. Και στήσε τον Φράγκο από δίπλα, να τα κοιτάει και να τα αποτιμά. Με το δίκιο του θά ‘χει να σου ειπεί: άλλο πράμα η μέρα και το φως, και άλλο η νύχτα και οι μαύροι βρυκολάκοι. Δε γίνεται να βάλεις στο ίδιο βάζο υάκινθους και βάτα.
Και κάπου θα αποσώσουν επιτιμητικά την κρίση τους: Ακούς αναίδεια; Να μας ζητούν κι από πάνω τα ελγίνεια μάρμαρα. Ποιοι μωρέ; Οι χριστιανοχομεΐνηδες;
Αλλά είναι καιρός από τις ασκήσεις επί χάρτου να περάσουμε στα πεδία των επιχειρήσεων. Να κοιτάξουμε την πυρκαγιά που αποτεφρώνει το σπιτάκι μας.
Γιατί είμαστε σβησμένοι από τον κατάλογο των εθνών;
Γιατί η Μακεδονία γίνεται Σκόπια, η Κύπρος γίνεται τουρκιά, το Αιγαίο διεκδικιέται ως το mare nostrum των Οθωμανών;
Γιατί ο πρόεδρος της Τουρκίας είπε πρόσφατα στην Αθήνα, ότι είμαστε μια επαρχία του παλιού οθωμανικού κράτους, που αποσχίσθηκε και πρέπει να μας ξαναπροσαρτήσουν;
Γιατί ο Μπερίσα της Αλβανίας έχει να λέει πως οι Έλληνες κάνουν διπλωματία που έρχεται από το Μεσαίωνα και τους παπάδες;
Γιατί ο Αλέξανδρος βαφτίζεται Ισκεντέρ, και ο Όμηρος Ομέρ Βρυώνης;
Γιατί οι διακόσιες χιλιάδες Έλληνες της Πόλης γίνανε χίλιοι, και οι Τούρκοι της Δυτικής Θράκης θρασομανούν, και γίνουνται όγκος κακοήθης που ‘τοιμάζει μεταστάσεις;
Γιατί δύο από τους πιο σημαντικούς ποιητές μας, ο μέτριος Σεφέρης κι ο μεγάλος Καβάφης, καταγράφουνται στις διεθνείς ανθολογίες και τους ποιητικούς καταλόγους μισό Έλληνες μισό Τούρκοι;
Γιατί όλα τα αυτονόητα εθνικά μας δίκαια Ευρωπαίοι και Αλβανοί, Βούλγαροι και Εβραίοι, ορθόδοξοι και Ρούσοι, Τούρκοι και Βουσμανοαμερικανοί τα βλέπουν σαν ανόητες και μίζερες προκλήσεις, σαν υλακές και κλεφτοεπαιτείες; Ποια τύφλωση μας φέρνει να μη βλέπουμε ότι στα μάτια των ξένων εκαταντήσαμε πάλι οι παλαιοί εκείνοι γραικολιγούρηδες; Οι esurientes graeculi του Γιουβενάλη και του Κικέρωνα;
Το πράγμα έχει και περιγραφή και ερμηνεία. Μέσα στη χώρα, μέσα στην παιδεία δηλαδή και την παράδοση μας, εμείς περνάμε τους εαυτούς μας λιοντάρια, εκεί που οι έξω από τη χώρα μας βλέπουνε ποντίκια. Θαρρούμε πως είμαστε τα παιδόγγονα του Αριστοτέλη και του Αλέξανδρου. Οι ξένοι όμως σε μας βλέπουνε τις μούμιες που βρεθήκανε σε κάποια ασήμαντα Μασταβά.
Γιατί; Τα διότι είναι πολλά. Όλα όμως συρρέουν σε μια κοίτη. Σε μια απλή εξίσωση με δύο όρους και ένα ίσον. Είναι ‘τη: Νεοέλληνες ίσον Ελληνοεβραίοι.
Αν εφαρμόσουμε αυτή την εξίσωση στα πράγματα, θα μας δώσει δύο γινόμενα. Το πρώτο είναι ότι ζούμε σε εθνική πόλωση. Το δεύτερο, ακολουθία του πρώτου, ότι ζούμε χωρίς εθνική ταυτότητα. Οι Νεοέλληνες είμαστε ένα γέννημα μπασταρδεμένο και νόθο. Ούτε ίπποι ούτε όνοι, ούτε όνισσες ούτε φοράδες. Είμαστε μούλοι. Δηλαδή μουλάρια. Και τα μουλάρια δε γεννούν.
Ότι οι Νεοέλληνες είμαστε Ελληνοεβραίοι σημαίνει το εξής: Ενώ λέμε και φωνάζουμε και κηρύχνουμε ότι είμαστε Έλληνες, στην ουσία κινιόμαστε και υπάρχουμε και μιλάμε σα να είμαστε Εβραίοι. Αυτή είναι η αντίφαση. Είναι η σύγκρουση και η αντινομία που παράγει την πόλωση. Και η πόλωση στην πράξη γίνεται απώλεια της εθνικής ταυτότητας. Και το τελευταίο τούτο σημαίνει πολλά. Στην πιο απλή διατύπωση, σημαίνει νά ‘σαι τουρκόγυφτας, και να ζητάς να σε βλέπουν οι άλλοι πρίγκιπα. Σημαίνει νά ‘σαι η μούμια των Μασταβά, και να ζητάς από τους Ευρωπαίους να σε βλέπουν ιδιοκτήτη της Ακρόπολης. Σημαίνει να σε θωρείς λιοντάρι, και οι ξένοι να σε λογαριάζουνε πόντικα.
Είναι μεγάλη ιστορία να πιαστώ να σε πείσω, ότι οι Νεοέλληνες από τους αρχαίους έχουμε μόνο το τομάρι που κρέμεται στο τσιγκέλι του σφαγέα, θέλει κότσια το πράμα. Θέλει καιρό και κόπο. Θέλει σκύψιμο μέσα μας, και σκάψιμο βαθύ. Και κυρίως αυτό: θέλει το μεγάλο πόνο.

Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2016

Η Ωραία Κοιμωμένη


Η Ωραία Κοιμωμένη ή Η Ωραία του κοιμώμενου δάσους (La Βelle au bois dormant) είναι ένα από τα παραμύθια του διάσημου συγγραφέα παραμυθιών Σαρλ Περώ, που δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο βιβλίο του Τα Παραμύθια της Μητέρας Χήνας, το 1697.

Σε ένα μακρινό βασίλειο, ήταν ένας βασιλιάς και μια βασίλισσα ως τώρα άτεκνοι. Λίγο καιρό μετά απέκτησαν ένα πανέμορφο κοριτσάκι και έκαναν μια γιορτή, στην οποία κάλεσαν τις επτά μοίρες για να κάνουν δώρα στο μωρό. Μόνο που δεν είχαν καλέσει την γριά μάγισσα, στην οποία όταν ήρθε δεν της έδωσαν ιδιαίτερη σημασία και αυτό μεγάλωσε την οργή της. Αφού έδωσαν στο μωρό το όνομα Αυγή, οι έξι πρώτες μοίρες έδωσαν στο μωρό ομορφιά, καλοσύνη, γλυκύτητα, ωραία φωνή, εργατικότητα και αρετή, η έβδομη όμως άφησε την γριά να δώσει πριν από αυτήν το δώρο της. Η γριά έδωσε στο μωρό μια κατάρα που έλεγε πως προτού κλείσει τα δεκαέξι της χρόνια θα τρυπήσει το δάχτυλό της στο αδράχτι μιας ανέμης και θα πεθάνει. Οι γονείς της απελπίστηκαν και ζήτησαν από την έβδομη μοίρα να πάρει την κατάρα, αλλά εκείνη δεν μπορούσε να την ακυρώσει, παρά μόνο να την ελαφρύνει, έτσι αντί να πεθάνει θα κοιμηθεί για εκατό χρόνια και θα ξυπνήσει μόνο από το φιλί ενός πρίγκιπα. Ο βασιλιάς διέταξε να κάψουν όλες τις ανέμες του βασιλείου και όποιος αρνηθεί να του πάρουν το κεφάλι.
Χρόνια μετά, όταν η πριγκίπισσα ήταν δεκαπέντε χρόνων, ανέβηκε στον ψηλότερο πύργο του παλατιού και εκεί βρήκε μια γριά να γνέθει σε μια ανέμη, η οποία γρια ήταν η μάγισσα μεταμφιεσμένη. Η πριγκίπισσα θέλησε να γνέσει και όταν κάθισε η γριά της τρύπησε το δάχτυλο στο αδράχτι και έπεσε σε λήθαργο. Όταν την βρήκαν, το βασίλειο έπεσε σε πένθος και μη θέλοντας να την θάψουν, έφτιαξαν για αυτήν ένα ξύλινο στολισμένο κρεβάτι στον ψηλότερο πύργο. Η έβδομη μοίρα κοίμισε όλους τους κατοίκους του βασιλείου, για να ελαφρύνει τον πόνο τους, και για να προστατέψει το παλάτι το κάλυψε με ένα δάσος από αγκάθια.
Τα χρόνια πέρασαν και ένας πρίγκιπας θέλησε να δει την πριγκίπισσα και να την ξυπνήσει. Περνώντας τα αγκάθια και τους κινδύνους που συνάντησε στο δρόμο του, έφτασε στο κάστρο και βλέποντας τους κοιμισμένους κατοίκους ανέβηκε στον πύργο και με ένα φιλί ξύπνησε την όμορφη πριγκίπισσα και μαζί της ξύπνησαν όλοι οι κάτοικοι του παλατιού. Αργότερα η πριγκίπισσα και ο πρίγκιπας παντρεύτηκαν σε μια λαμπρή και μεγαλοπρεπή τελετή. Ο πρίγκιπας αποκτά με την πριγκίπισσα δύο παιδιά (ένα κορίτσι και ένα αγόρι). Ωστόσο, δεν έχει πει στους γονείς του για τον γάμο του, επειδή η μάνα του είναι δράκαινα. Τελικά, οι γονείς του πρίγκιπα γνωρίζουν την βασιλοπούλα και τα δύο παιδιά. Όταν όμως ο βασιλιάς πεθαίνει και ο πρίγκιπας φεύγει για τον πόλεμο, τότε η δράκαινα-βασίλισσα κλειδώνει την βασιλοπούλα και τα μωρά σε ένα ξύλινο σπίτι, σχεδιάζοντας να βάλει τον αρχιμάγειρά της να τους μαγειρέψει με πικάντικη σάλτσα. Ο αρχιϋπηρέτης της, όμως, αδυνατώντας να τους σκοτώσει, δίνει στην βασίλισσα αντί για το αγοράκι ένα αρνάκι, αντί για το κοριτσάκι ένα κατσικάκι και αντί για την πριγκίπισσα ένα κόκκινο ελαφάκι. Η βασίλισσα, εξ αιτίας των κλαμάτων των μωρών ανακαλύπτει το κόλπο του μάγειρα και βάζει σκοπό να τους σκοτώσει η ίδια, βάζοντας στην αυλή του παλατιού μια δεξαμενή γεμάτη με ερπετά και φρύνια για να φάνε την βασιλοπούλα και τα μωρά. Όταν εμφανίζεται ο πρίγκιπας, όμως, το αποτέλεσμα είναι να πέσει η ίδια και να φαγωθεί από τα πλάσματα της δεξαμενής. Ο πρίγκιπας ξεπερνά τον θάνατο, χάρη στην παρηγοριά της αγαπημένης του οικογένειας, ζώντας μαζί τους μια πανευτυχή ζωή.
Στην έκδοση των Γκριμ, η κύρια διαφορά είναι η αύξηση του αριθμού των μοιρών από επτά σε δεκατρείς και δεν αναφέρεται η διαφορετική αντιμετώπιση που έδειξαν στην γριά μοίρα όταν ήρθε, παρά μόνο ότι μπήκε ξαφνικά στην γιορτή και έδωσε την κατάρα, αμέσως πριν μιλήσει η τελευταία μοίρα. Επίσης, στην εκδοχή των Γκριμ, όταν ο πρίγκιπας φτάνει στο παλάτι, τα αγκάθια μετατρέπονται σε τριαντάφυλλα και έτσι η είσοδος του πρίγκιπα στο παλάτι γίνεται ευκολότερη. Σε άλλες εκδόσεις, η πριγκίπισσα γέννησε δύο παιδιά, την Σελήνη και τον Ήλιο.

Γανυμήδης


Στην Ελληνική Μυθολογία, ο Γανυμήδης ήταν θεοποιημένος μυθικός νέος, περίφημος για την ομορφιά του, από την Τρωάδα. Ήταν πρίγκηπας της Τροίας, γιος του βασιλιά της Τρώα από τη Δαρδανία και της Καλλιρρόης, κόρης του θεού - ποταμού Σκάμανδρου.[1] O Δίας μεταμορφώθηκε σε αετό και αρπάζοντάς τον, τον μετέφερε στον Όλυμπο, όπου του έδωσε αθανασία και έζησε αιώνια εκεί ως οινοχόος των θεών. Ως αποζημίωση, ο Δίας έστειλε τον Ερμή να προσφέρει για λογαριασμό του στον Τρώα, πατέρα του Γανυμήδη, ένα ζευγάρι άλογα γοργοπόδαρα σαν τον άνεμο κι ένα χρυσό κλήμα, έργο του Ηφαίστου.
Τον Γανυμήδη οι αρχαίοι τον ταύτισαν με το θεό των πηγών του Νείλου και τον έκαναν αστερισμό. Είναι ο Υδροχόος του ζωδιακού κύκλου και προσωποποιεί το ανεξάντλητο νερό των σύννεφων που γονιμοποιεί τη γη.
Η γλυπτική τέχνη, η ποίηση, η ζωγραφική και η κωμωδία ασχολήθηκαν με τον μύθο του Γανυμήδη. Σήμερα σώζονται σε διάφορα μουσεία συμπλέγματα με κύριο ήρωα τον Γανυμήδη καθώς και τοιχογραφίες που ανακαλύφθηκαν στην Πομπηία με αυτό το θέμα. Και νεότεροι καλλιτέχνες όπως ο Τιτσιάνο, ο Μιχαήλ Άγγελος και ο Κορρέτζιο ασχολήθηκαν με τον γοητευτικό μύθο της αρπαγής του πανώριου νέου. Το στεφάνι της Δάφνης όπως αναφέρει ο Πεισίστρατος του το παραχώρησε ο Δίας για τις υπηρεσίες που του προσέφερε το όμορφο βοσκόπουλο από την Τροία.

γενομένων δὲ αὐτῷ παίδων Ἴλου καὶ Ἐριχθονίου, Ἶλος μὲν ἄπαις ἀπέθανεν, Ἐριχθόνιος δὲ διαδεξάμενος τὴν βασιλείαν, γήμας Ἀστυόχην τὴν Σιμόεντος, τεκνοῖ Τρῶα. οὗτος παραλαβὼν τὴν βασιλείαν τὴν μὲν χώραν ἀφ᾽ ἑαυτοῦ Τροίαν ἐκάλεσε, καὶ γήμας Καλλιρρόην τὴν Σκαμάνδρου γεννᾷ θυγατέρα μὲν Κλεοπάτραν, παῖδας δὲ Ἶλον καὶ Ἀσσάρακον καὶ Γανυμήδην.





Υδροχόος


Ο αστερισμός του Υδροχόου

Ο ΑΣΤΕΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΜΗΝΑ

   Αν διαβάσει κανείς προσεκτικά τα ονόματα των 88 αστερισμών στους οποίους υποδιαιρείται η ουράνια σφαίρα, δεν μπορεί παρά να παρατηρήσει ότι σχεδόν όλοι, όσων το όνομα έχει σχέση με το νερό και είναι ορατοί από την εύκρατη ζώνη του Βόρειου Ημισφαιρίου, βρίσκονται συγκεντρωμένοι στην ίδια περιοχή του ουρανού. Βόρεια από την εκλειπτική (δηλαδή τη φαινόμενη τροχιά του Ηλιου στην ουράνια σφαίρα) βρίσκεται το Δελφίνι και νότια από αυτήν ο Νότιος Ιχθύς, το Κήτος και ο Ηριδανός (ο ουράνιος ποταμός των αρχαίων Ελλήνων). Πάνω ακριβώς στην εκλειπτική βρίσκονται δεξιά ο Αιγόκερως (τράγος με ουρά ψαριού) και αριστερά οι Ιχθύες, έχοντας στο κέντρο τους τον ζωδιακό αστερισμό του Υδροχόου. Η αιτία δεν είναι γνωστή, μια και η προέλευση των περισσότερων από τα ονόματα των αστερισμών χάνεται στα βάθη της Ιστορίας, πολλοί όμως αποδίδουν αυτό το χαρακτηριστικό στο ότι ο Ηλιος βρίσκεται στο «κέντρο» αυτής της περιοχής, στον Υδροχόο, κατά τη διάρκεια της βροχερής εποχής στο Βόρειο Ημισφαίριο. Η άποψη αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι οι αστρονόμοι των λαών της Μεσοποταμίας αποκαλούσαν όλη αυτή την περιοχή του ουρανού «Θάλασσα» και πίστευαν ότι βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Υδροχόου. Πράγματι, την εποχή της ακμής των λαών της Μεσοποταμίας ο Ηλιος διέσχιζε τον αστερισμό του Υδροχόου από τις 21 Ιανουαρίου ως τις 19 Φεβρουαρίου, οπότε και έπεφταν οι ήπιες βροχές που ευνοούσαν τις γεωργικές καλλιέργειες. Λόγω όμως του φαινομένου της μετάπτωσης των ισημεριών (δηλαδή της μεταβολής της διεύθυνσης του άξονα περιστροφής της Γης), σήμερα ο Ηλιος διασχίζει τον αστερισμό του Υδροχόου από τις 14 Φεβρουαρίου ως τις 14 Μαρτίου.
Από σφραγιδόλιθους, που βρέθηκαν σε αρχαιολογικές ανασκαφές στην περιοχή της αρχαίας Βαβυλώνας, διαπιστώνουμε ότι ο ζωδιακός αστερισμός του Υδροχόου παριστανόταν, από πολύ παλιά, ως ένας άνδρας ή ένα αγόρι που ρίχνει νερό από μια υδρία. Σε νεότερες απεικονίσεις η ανθρώπινη μορφή πολλές φορές παραλείπεται, αφήνοντας μόνο την υδρία. Για τους φίλους μάλιστα των Αστερίξ και Οβελίξ αξίζει να αναφερθεί ότι η παράδοση αυτή είχε φθάσει ως τη Γαλατία, όπου ο Βερσενζετορίξ (Vercingetorix), ο γαλάτης βασιλιάς που πολέμησε τον Ιούλιο Καίσαρα, είχε εκδώσει στατήρες (μεταλλικά νομίσματα), οι οποίοι ονομάζονταν δίωτοι επειδή στη μία όψη τους παριστανόταν ο αστερισμός του Υδροχόου σαν μια υδρία με δύο χερούλια (αφτιά). Την πληροφορία αυτή αναφέρει στο αστρονομικό - ποιητικό έργο του Eclogae ο ρωμαίος ποιητής (γαλατικής καταγωγής) του 4ου μ.Χ. αιώνα Decimus Magnus Ausonius.
Η δύναμη της παράδοσης, που ήθελε τον αστερισμό αυτόν να κυριαρχεί στον υδάτινο κόσμο, οδήγησε τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Δυτικής Ευρώπης να συνδέσουν κατά τον 16ο μ.Χ. αιώνα τον Υδροχόο με τον Ιωάννη τον Βαπτιστή και τον Μωυσή (που είχε βρεθεί ως βρέφος να επιπλέει σε ένα καλάθι στον Νείλο).
Το όνομα του αστερισμού στα ελληνικά παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο από την εποχή των ομηρικών επών, στα οποία αναφέρεται ως Υδροχοεύς. Ο Πίνδαρος μάλιστα, σε ένα από τα ποιήματά του, αναφέρει ότι συμβολίζει τις πηγές του Νείλου, από όπου πηγάζει το ζωογόνο νερό της Γης. Η παράδοση αυτή φαίνεται ότι προέρχεται από τους Αιγύπτιους, οι οποίοι φαντάζονταν ότι η δύση του αστερισμού προκαλούσε την άνοδο της στάθμης του ποταμού Νείλου, «καθώς ο Υδροχόος βύθιζε σε αυτόν την τεράστια υδρία του για να τη γεμίσει με νερό». Οι Αραβες, από την πλευρά τους, θεωρούσαν ότι ο αστερισμός έφερνε καλοτυχία, όπως φαίνεται άλλωστε καθαρά και από τα ονόματα που είχαν δώσει στα τρία πρώτα αστέρια του:
α) Υδροχόου: Sandalmelik, Το Τυχερό Αστέρι του Βασιλιά.
β) Υδροχόου: Sadalsud, Το πιο τυχερό από τα τυχερά, επειδή ανατέλλει μαζί με τον Ηλιο όταν έχει περάσει ο χειμώνας και αρχίζει η εποχή των βροχών.
γ) Υδροχόου: Sadalachbia, Το Τυχερό των Σκηνών, επειδή όταν ανατέλλει στο ανοιξιάτικο λυκόφως οι νομάδες αρχίζουν να μεταφέρουν τις σκηνές τους στα βοσκοτόπια.
Ο αστερισμός του Υδροχόου μπορεί να εντοπιστεί σχετικά εύκολα, από τους τέσσερις αστέρες του γ, ζ, η και π, οι οποίοι σχηματίζουν στον ουρανό ένα κεφαλαίο Υ, που οι αρχαίοι Ελληνες ονόμαζαν Κάλπη (είδος υδρίας που χρησιμοποιούνταν και για ψηφοδόχος).
Στον Υδροχόο βρίσκονται δύο πολύ ενδιαφέροντα δείγματα ενός είδους αστρονομικών αντικειμένων που ονομάζονται πλανητικά νεφελώματα. Αυτά δημιουργούνται κατά το τελευταίο στάδιο της ζωής ορισμένων αστέρων, κατά το οποίο ένα τμήμα της επιφάνειάς του «αποτινάσσεται» προς το Διάστημα, είτε βίαια είτε ομαλά. Η βίαιη αποτίναξη συμβαίνει αν ο αστέρας εκραγεί ως καινοφανής (nova), ενώ η ομαλή κατά τη φάση όπου ο αστέρας μετατρέπεται σε ερυθρό υπεργίγαντα. Το εκτινασσόμενο υλικό δημιουργεί ένα κέλυφος γύρω από τον αστέρα, το οποίο απομακρύνεται με ταχύτητα 100.000 χιλιομέτρων την ώρα, έτσι ώστε μετά από μερικές χιλιάδες χρόνια φαίνεται σαν ένας κυκλικός δακτύλιος με τον αστέρα στο κέντρο του.
Το πρώτο από τα νεφελώματα αυτά είναι το πλανητικό νεφέλωμα του Κρόνου, που ονομάζεται έτσι επειδή το σχήμα του μοιάζει με το σχήμα του γνωστού πλανήτη. Το νεφέλωμα βρίσκεται σε απόσταση 3.900 ετών φωτός και προέρχεται από την έκρηξη ενός καινοφανούς αστέρα, η οποία μάλιστα ήταν ασύμμετρη. Για τον λόγο αυτόν το κέλυφος δεν είναι σφαιρικά συμμετρικό, αλλά έχει δύο αντιδιαμετρικά «εξογκώματα», που μοιάζουν με τις λαβές ενός δοχείου και δίνουν στο αντικείμενο συνολικά την όψη του πλανήτη Κρόνου με τους δακτυλίους του. Το νεφέλωμα αυτό παρατηρήθηκε για πρώτη φορά τον Σεπτέμβριο του 1782 από τον άγγλο αστρονόμο Sir William Herschel (που ανακάλυψε επίσης τον πλανήτη Ουρανό) και καταγράφηκε στον κατάλογο των νεφελωμάτων που ετοίμασε, ως συμπλήρωμα του καταλόγου του Messier, ο δανός αστρονόμος και διευθυντής του Αστεροσκοπείου του Armagh (Βόρεια Ιρλανδία) Johan Ludwig Emil Dreyer με βάση τις παρατηρήσεις των Sir William και Sir John Herschel (πατέρας και γιος!). Ο κατάλογος αυτός ονομάστηκε Νέος Γενικός Κατάλογος Νεφελωμάτων και Αστρικών Σμηνών (New General Catalogue, συντομογραφικά NGC) και στον κατάλογο αυτόν το νεφέλωμα του Κρόνου φέρει τον αριθμό NGC 7009.
Το δεύτερο από τα ενδιαφέροντα πλανητικά νεφελώματα του Υδροχόου είναι το πλανητικό νεφέλωμα της Ελικας (NGC 7293). Το νεφέλωμα αυτό βρίσκεται σε σχετικά κοντινή (για αστρονομικά δεδομένα) απόσταση από εμάς: «μόνο» 450 έτη φωτός. Είναι λοιπόν αξιοπερίεργο ότι δεν είχε παρατηρηθεί από την πρώτη γενιά των αστρονόμων που είχαν ασχοληθεί με τα νεφελώματα, δηλαδή τους Messier, Herschel και Dreyer. Στο νεφέλωμα αυτό παρατηρούνται χιλιάδες νηματοειδείς σχηματισμοί διατεταγμένοι ακτινικά, και σε απόσταση μερικών τρισεκατομμυρίων χιλιομέτρων γύρω από το κεντρικό αστέρι, όπως ακριβώς οι ακτίνες της ρόδας ενός ποδηλάτου. Οι σχηματισμοί αυτοί μοιάζουν με ουρές κομητών, η κεφαλή των οποίων δεν είναι ορατή με τα επίγεια τηλεσκόπια. Με τη βοήθεια του διαστημικού τηλεσκοπίου Hubble διαπιστώθηκε πρόσφατα (άνοιξη 1996) ότι η διάμετρος της κάθε κεφαλής είναι 6 δισεκατομμύρια χιλιόμετρα (διπλάσια από αυτήν του ηλιακού συστήματος) και το μήκος της κάθε ουράς 150 δισεκατομμύρια χιλιόμετρα, δηλαδή χίλιες φορές μεγαλύτερη από την απόσταση Γης - Ηλιου! Οι διαστάσεις αυτές δείχνουν ότι οι σχηματισμοί δεν είναι κομήτες, αλλά το αποτέλεσμα της σύγκρουσης δύο ξεχωριστών φλοιών που εκτοξεύτηκαν διαδοχικά από το κεντρικό αστέρι με διαφορά 10.000 ετών. Καθεμιά από τις χιλιάδες αυτές κεφαλές αποτελεί έναν καινούργιο πλανήτη, στο μέγεθος της Γης, ο οποίος έχει ξεφύγει από τη βαρυτική έλξη του αστεριού και ταξιδεύει ελεύθερος στον μεσοαστρικό χώρο!
Εκτός από τα δύο παραπάνω νεφελώματα, ο αστερισμός του Υδροχόου έχει και ένα άλλο ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους αστρονόμους. Ο πλανήτης Αρης είχε περάσει ακριβώς μπροστά από τον αστέρα ψ Υδροχόου την 1η Οκτωβρίου του 1672, γεγονός που είχε προβλεφθεί από τον άγγλο βασιλικό αστρονόμο Flamstead και, με βάση τις οδηγίες του, είχε παρατηρηθεί από τον γάλλο αστρονόμο Jean Richer που βρισκόταν στην πόλη Cayenne της Γαλλικής Γουιάνας. Η παρατήρηση αυτή έχει μεγάλη σημασία για τους σημερινούς αστρονόμους, επειδή έγινε την εποχή όπου δεν είχε ακόμη ανακαλυφθεί η φωτογραφία και επομένως δεν υπήρχαν μέθοδοι για να μετρηθεί με την απαιτούμενη ακρίβεια η θέση ενός αστέρα στον ουρανό. Γνωρίζοντας, όμως, σήμερα ότι ο πλανήτης Αρης βρισκόταν ακριβώς μπροστά από τον αστέρα ψ Υδροχόου σε μια συγκεκριμένη ημερομηνία, μπορούμε να μετρήσουμε με σύγχρονες μεθόδους τη θέση αυτού του αστέρα και έτσι να γνωρίζουμε με την ίδια ακρίβεια τη θέση του πλανήτη πριν από τρεις αιώνες! Αυτή η παρατήρηση βοήθησε τους νεότερους αστρονόμους να υπολογίσουν με μεγάλη ακρίβεια την τροχιά του Αρη και, στη συνέχεια, πολλά άλλα στοιχεία για τις τροχιές και τις μάζες άλλων πλανητών καθώς και αστεροειδών του Ηλιακού μας Συστήματος.

Ο κ. Χ. Βάρβογλης είναι αναπληρωτής καθηγητής του Τμήματος Φυσικής του ΑΠΘ.

Πηγή

Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2016

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

tesseris febrouariou 1843 o thanatos tou gerou tou moria theodorou kolokotroni pyli apokalypseis
Αν η Ελληνική Επανάσταση του 1821 όχι μόνο διασώθηκε αλλά απέκτησε και γερό λαϊκό έρεισμα, ήταν χάρη στον πατριωτισμό, το μεγαλόπνοο σχέδιο και τη στρατηγική του αρχιστράτηγου του αγώνα Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.

Ο θάνατος του "Γέρου του Μοριά" Θεόδωρου Κολοκοτρώνη - 4 Φεβρουαρίου 1843

Βλέπουμε την πιο πολύτιμη και πολυσύνθετη προσωπικότητα του '21, τη μεγαλύτερη στρατηγική μεγαλοφυΐα όλων των αιώνων, όσο κι αν θέλησαν μερικοί να του την αρνηθούν.
Ο κορυφαίος αγωνιστής της ελληνικής εθνεγερσίας συνέλαβε από τα σπάργανα το πραγματικό νόημα της επανάστασης, θεωρώντας πως επρόκειτο για ένα πανεθνικό ξεσήκωμα του σκλαβωμένου ιστορικού έθνους που πισωγύρισμα δεν είχε: «Ο Θεός υπέγραψε τη λευτεριά της Ελλάδος και δεν παίρνει πίσω την υπογραφή του», προσυπέγραφε.
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης δεν πέθανε από εχθρικό βόλι σε κάποια απ' τις τόσες μάχες που έδωσε. Ούτε στην λαιμητόμο όπου τον είχαν καταδικάσει οι δικαστές της κυβερνήσεως του Κωλέττη, ούτε στο υγρό και σκοτεινό κελί του φρουρίου του Ναυπλίου, όπου πέρασε 6 μήνες φυλακισμένος.
Πέθανε στο σπίτι του στην Αθήνα, ανώδυνα, ειρηνικά και ανεπαίσχυντα, όπως εύχεται ή Εκκλησία μας, από εγκεφαλική συμφόρηση.
o thanatos toy theodwrou kolokotrwnh
Ιδού πώς
Την βραδιά του θανάτου του ήταν προσκεκλημένος στον Βασιλικό χορό του Παλατιού. Εκεί χόρεψε, έφαγε και ήπιε περισσότερο απ' ότι συνήθιζε, ευτυχής καθώς ήταν, αφού προ δύο ήμερων είχε παντρέψει το μικρότερο παιδί του, τον Κωνσταντίνο (Κολίνο). Μετά τον χορό γύρισε σπίτι του, το όποιο βρισκόταν πολύ κοντά στα Παλάτι, την σημερινή Βουλή των Ελλήνων.
"Έπαθε αποπληξία (τον βρήκε κόλπος όπως λένε) κατά τον ύπνο, "κατά την 4η ώρα της νύκτας". Δεν μπορούσε να κουνηθεί ούτε να μιλήσει, και μετά βίας ανέπνεε. Αν και ήρθαν οι καλύτεροι γιατροί της εποχής, δεν μπόρεσαν να κάνουν τίποτε περισσότερο απ' το να παρατείνουν τις στιγμές του. Τον φλεβοτόμησαν και του έβαλαν βδέλλες (αφαίμαξη), χιόνι στην κεφαλή, καταπλάσματα από σιναπόσπορο στα πόδια.
Η τελευταία του κουβέντα ήταν αυτή προς το παιδί του τον Γενναίο: "σου αφήνω τόσους φίλους, όσα φύλλα έχουν τα κλαριά, και φρόντισε να τους φυλάξεις".
Πέθανε σε ηλικία 73 ετών, στις 04/02/1843 και "ώρα 11η" πρωινή".
Όλα τα μαγαζιά και τα εργαστήρια της Αθήνας έκλεισαν και πλήθος κόσμου συνέρεε στο σπίτι του. Οι παλαιοί συναγωνιστές του τον καταφιλούσαν και έκλαιγαν με αναφιλητά. Κηρύχθηκε τριήμερων δημόσιο πένθος.
perikefalaia 400
Τον νεκρό τον έντυσαν με την στολή του Αντιστράτηγου, του έζωσαν τα σπαθί, του φόρεσαν τσαρούχια, τον απίθωσαν στα φέρετρο και έβαλαν κάτω από τα πόδια του μία τουρκική σημαία.
Στο ένα του πλάγιο έβαλαν τον ασημένιο του θώρακα, ενώ στο άλλο την περικεφαλαία του και τις σπαλέτες. Στα πόδια του μάλιστα τοποθέτησαν την τούρκικη σημαία.
Η πολεμική αυτή εξάρτυση του Κολοκοτρώνη βρίσκεται σήμερα στα Εθνικό Ιστορικό Μουσείο Αθηνών, όπου και μεταφέρθηκε, ασφαλώς μετά την εκταφή των οστών με σκοπό την ανακομιδή τους εις την Τρίπολη.
379756 283600145102698 1914289588 n
Η πομπή κατέβηκε από την οδό Ερμού, και μπαίνοντας στην οδό Αίολου έφτασε στον ναό της Αγ. Ειρήνης, όπου εψάλη ή νεκρώσιμη ακολουθία.
Γύρω από την νεκροφόρα κατά την πορεία της προς την Αγία Ειρήνη ήσαν: Ο πρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας Κουντουριώτης, ο Αντιστράτηγος Τσώρτς, ο Υποστράτηγος Τζαβέλλας, ο Υποστράτηγος Γιατράκος, οι Συνταγματάρχες Πλαπούτας και Μακρυγιάννης, οι σύμβουλοι επικρατείας Δεληγιάννης και Παλαμήδης. Επίσης ακολουθούσαν οι επώνυμοι της εποχής και πλήθος κόσμου.
Ήταν τόσος ο λαός που όταν ή αρχή της πομπής έμπαινε στην Εκκλησία, ή ουρά της πομπής δεν είχε μπει ακόμα στην αρχή της Έρμου.
Τον επικήδειο λόγο εκφώνησε μία μεγάλη μορφή των γραμμάτων της εποχής, ο εκκλησιαστικός ρήτορας και συγγραφέας Κων. Οικονόμου των έξ Οικονόμων. Έπειτα ή πομπή, περνώντας ξανά από το παλάτι, έφτασε στο Α' νεκροταφείο.
Ιατρική πλευρά
Τα συμπτώματα πού μας παραδίδουν οι ιστορικοί της εποχής, δείχνουν ότι ο Κολοκοτρώνης πέθανε από εγκεφαλικό, είτε αιμορραγικό είτε θρομβωτικό. Ο Κολοκοτρώνης ήταν 73 ετών, τα αγγεία του εγκεφάλου του - με την φθορά του χρόνου - θα είχαν πάθει σκλήρυνση (αρτηριοσκλήρυνση), δηλαδή θα ήταν σκληρά, άκαμπτα και εύθραυστα, και δεν θα άντεχαν σε μεγάλη αύξηση της αρτηριακής πιέσεως.
Απ' την άλλη μεριά, το κρασί πού κατανάλωναν οι Έλληνες εκείνης της εποχής ήταν ασφαλώς πολύ, και ο Κολοκοτρώνης στους γάμους του παιδιού του ήπιε πολύ παραπάνω απ' το συνηθισμένο. Το πολύ οινόπνευμα όμως συμβάλλει στην αύξηση της πιέσεως και σε χρόνια κατανάλωση αλλά και κάθε φορά πού πίνουμε. Όποτε, αν είχε και υπέρταση από πριν, το κρασί πού κατανάλωσε ο Κολοκοτρώνης εκείνη την βραδιά, μάλλον συνέβαλε στο να αυξηθεί ακόμη περισσότερο ή πίεση του.
Ίσως τα αγγεία του να μην άντεξαν την αυξημένη πίεση του αίματος με συνέπεια την ρήξη τους και την εγκεφαλική αιμορραγία. Είτε ή υπέρταση να είχε ως αποτέλεσμα να σχηματισθεί θρόμβος σε κάποιο αγγείο του εγκεφάλου, έχοντας ως συνέπεια την μη τροφοδότηση του εγκεφάλου με αίμα (ισχαιμία του εγκεφάλου).
Επίσης ο Γέρος έφαγε πολύ εκείνη την βραδιά. Αυτό σημαίνει πώς ή πέψη του επιβαρύνθηκε πολύ. Κατά την πέψη αρκετό αίμα φεύγει από την κυκλοφορία -και τον εγκέφαλο- και πηγαίνει στο έντερο, γεγονός το όποιο σ' έναν ηλικιωμένο οργανισμό, πού χρειάζεται κάθε δυνατή εφεδρεία, επιφέρει μεγάλο πρόβλημα. Εάν υπήρχε ελαττωματική αιμάτωση του εγκεφάλου του Κολοκοτρώνη, το πλούσιο αυτό γεύμα επέτεινε την εγκεφαλική ισχαιμία.
Επί πλέον δε και ή μεγάλη χαρά του Γέρου μπορεί να συνέβαλε στον θάνατο του, καθώς δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, κατά τις όποιες πέθαναν άνθρωποι ευρισκόμενοι σε χαρά, όπως εκείνος ο Διαγόρας ο αρχαίος, ο οποίος πέθανε υπό τις επευφημίες των θεατών του σταδίου, όταν οι 3 γιοι του νίκησαν στην Ολυμπία.
Τι απέγιναν τα οστά του Κολοκοτρώνη
Τα οστά του Κολοκοτρώνη βρίσκονται στην Τρίπολη από τις αρχές του αιώνα. Πριν, βρίσκονταν στην Αθήνα στο Α' Νεκροταφείο, αλλά ο Ελευθέριος Βενιζέλος φρόντισε για την μεταφορά τους στην Τρίπολη (κατόπιν αιτήματος των Αρκάδων), συνοδεύοντας μάλιστα ο ίδιος την μεταφορά τους, αποδίδοντας έτσι τιμή στον ελευθερωτή του Γένους μας.
Το 1971 στην πλατεία του Άρεως στην Τρίπολη στήθηκε ανδριάντας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Και από το 1993 τα οστά ευρίσκονται στην βάση του μνημείου αυτού, σε ειδική κρύπτη.
ΥΠΟΔΟΧΗ ΟΣΤΩΝ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΣΤΗΝ ΤΡΙΠΟΛΗ
Το μνημείο απεικονίζει τον Γέρο του Μοριά καβάλα πάνω σε άλογο. Και στο δημοτικό τραγούδι των Κολοκοτρωναίων απεικονίζεται η γενιά του, περήφανη, να μετακινείται, συνεχώς ευρισκόμενη πάνω σε άλογο.
...καβάλα παν' στην Εκκλησιά, καβάλα προσκυνάνε,
καβάλα παίρνουν αντίδωρο απ' του παπά το χέρι...
και δεν καταδέχονται τη γης να την πατήσουν... 
o thanatos tou gerou tou moria theodorou kolokotroni
1862376
Ο ΤΑΦΟΣ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΣΤΟ Α ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

-ὀστῶν-Κολοκοτρώνη-στὴν-Ἀθήνα.-e1349476637321
Η ΑΜΑΞΟΣΤΟΙΧΊΑ ΜΕ ΤΑ ΟΣΤΑ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ
zax2cebccebbcf80cebfceba
zax11
ΑΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΤΡΙΠΟΛΕΩΣ ΥΠΟΔΟΧΗ ΟΣΤΩΝ Θ.ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ

Fylakikolokotroni
Η ΦΥΛΑΚΗ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ

o geros tou moria