Ο Τζον Νας υπήρξε αιχμάλωτος του μυαλού του. Πέρασε τρεις δεκαετίες εγκλωβισμένος στον κόσμο της σχιζοφρένειας, εκεί όπου η φαντασία σμιλεύει την πραγματικότητα. Κατάφερε όμως να δαμάσει τις σκέψεις του. Βραβεύτηκε με το Νόμπελ Οικονομικών και επέστρεψε στην έρευνα. Τον συναντήσαμε στο γραφείο του, στο Πρίνστον, όπου στα 82 του χρόνια προσπαθεί να λύσει γρίφους μαθηματικών. Οι σειρήνες που τον καλούν στους λαβυρίνθους του παραλόγου δεν έχουν σωπάσει. Ο Νας όμως έχει μάθει να τις αγνοεί.
(Ακούστε ένα απόσπασμα από τη συνέντευξη του Τζον Νας)
Το γραφείο του είναι πνιγμένο στη σκόνη. Χαρτιά σχηματίζουν λόφους, κούτες με βιβλία βυθίζονται στη μοκέτα και σε έναν μαυροπίνακα είναι γραμμένοι με κιμωλία μαθηματικοί τύποι τους οποίους δεν μπορώ να αναγνωρίσω. Μια ακαταστασία που δεν μαρτυρά τεμπελιά ή παραίτηση, αλλά δημιουργικότητα. Γιατί όταν το μυαλό παιδεύεται για λύσεις σε πολύπλοκα προβλήματα, δεν περισσεύει χρόνος για τα μικρά, τα καθημερινά, τα ανθρώπινα. Ο Τζον Νας κάθεται σε μια γαλάζια ξύλινη καρέκλα. Τα δάχτυλά του είναι μακριά και λεπτά, με μυτερά νύχια που λογικά δεν έχουν κοπεί εδώ και αρκετές βδομάδες. Φορά ένα πράσινο πουκάμισο και ένα λαδί παντελόνι που έχει ανεβάσει αρκετά πιο πάνω από τη μέση του. Με καλησπερίζει με δειλή φωνή και χαμογελά με παιδική αθωότητα. Μου μιλά ταξιδεύοντας σε συνειρμούς. Διακόπτει το λόγο του συχνά. Παύσεις αμήχανες. Κενά σιωπής και σκέψης. Δεν διστάζει να με κοιτάξει στα μάτια. Αλλά όχι για πολύ. Το βλέμμα του δραπετεύει μόλις συναντήσει το δικό μου.
Πριν από τριάντα χρόνια ο Νας φοβόταν να κοιτάξει κάποιον στα μάτια, τα μπροστινά του δόντια σάπιζαν και στο Πρίνστον ήταν γνωστός ως «Φάντασμα». Μιλούσε σε λίγους. Ζητούσε τσιγάρα ή φωτιά και άφηνε στους πίνακες γρίφους και παράξενα μηνύματα. Κι όμως, αυτός ο άντρας με τα αταίριαστα ρούχα και τα κόκκινα μποτάκια που στοίχειωνε το τμήμα των μαθηματικών ήταν ένα από τα πιο λαμπρά μυαλά του κόσμου. Το 1947, λίγους μόλις μήνες μετά τον ερχομό του στο Πρίνστον, θεμελίωσε μια επαναστατική θεωρία που αρκετά χρόνια μετά θα του χάριζε το Νόμπελ Οικονομικών. Όπως γράφει η Σίλβια Νασάρ στη βιογραφία του («A Beautiful Mind» που το 2001 έγινε ταινία με πρωταγωνιστή τον Ράσελ Κρόου) ο Νας ήταν «όμορφος, υπερόπτης και εκκεντρικός». Ιδιοφυής, αλλά συναισθηματικά ανώριμος. Πρωτοπόρος, αλλά κοινωνικά αδέξιος. Όσοι τον γνώριζαν τον περιγράφουν ως «απόμακρο», «απομονωμένο» και «αμέτοχο».
Στη δεκαετία του ’50 ο Νας εμφάνισε συμπτώματα σχιζοφρένειας. Άκουγε φωνές. Κυκλοφορούσε στο ΜΙΤ, όπου επρόκειτο να γίνει μόνιμος καθηγητής, με ένα αντίτυπο των New York Times λέγοντας ότι περιέχει κρυφά μηνύματα από εξωγήινους που μόνο αυτός μπορούσε να αποκωδικοποιήσει. Νόμιζε ότι θα γινόταν κυβερνήτης της Ανταρκτικής. Έβλεπε γύρω του συνωμοσίες. Νοσηλεύτηκε αρκετές φορές -χωρίς τη θέλησή του- και του χορηγήθηκαν πανίσχυρα φάρμακα χωρίς να βελτιώσουν την υγεία του. Χρειάστηκαν περίπου 30 χρόνια για να δαμάσει τις σκέψεις του. Όπως είπε, «οι ορμονικές αλλαγές της γήρανσής» του τον βοήθησαν να αφυπνιστεί. Η ανάρρωσή του ήταν χρονοβόρα, αλλά και σπάνια. Λίγοι έχουν καταφέρει να αδράξουν ξανά την πραγματικότητα σαν τον Νας.
Σήμερα συνεχίζει τη μελέτη του. Ακούραστος, αειθαλής και πεισματάρης. Διψασμένος για ανακαλύψεις όπως όταν προτιμούσε τη μοναξιά των πειραμάτων παρά το παιχνίδι με συνομιλήκους του στο Μπλούφιλντ της Δυτικής Βιρτζίνια. Ταξιδεύει συχνά για ομιλίες σε πανεπιστήμια και συνέδρια. Πέρασε και από την Ελλάδα το 2000 και μίλησε για το «Ιδανικό Χρήμα». Θυμάται ακόμα αυτή την επίσκεψη. Ειδικά τώρα, που η οικονομική κρίση της χώρας μας κάνει το γύρο του κόσμου.
«Η ευρωζώνη μοιάζει με ένα πλοίο. Αν κατέβει η Ελλάδα από το πλοίο υπάρχει η πιθανότητα αυτό να ανοίξει τα πανιά του και να ταξιδέψει χωρίς προβλήματα. Αν όμως μείνει η Ελλάδα στο πλοίο χωρίς να ελέγξει το χρέος της, τότε το ευρώ μπορεί να χάσει την αίγλη του», μου λέει. «Έχω δει σε μια γελοιογραφία τον πρωθυπουργό της χώρας σας να βρίσκεται σε ένα ερημονήσι και γύρω του να κολυμπούν οι καρχαρίες που συμβολίζουν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Αν προσφύγει σε αυτό η Ελλάδα, θα πρέπει να δανειστεί χρήματα με πολύ πιο αυστηρούς όρους. Πάντως η Ελλάδα δεν είναι τριτοκοσμική χώρα. Δεν υπέφερε ποτέ από τρομερή φτώχεια. Δεν είναι σαν την Αϊτή που έχει ανάγκη από φιλανθρωπία μετά το σεισμό».
Βραβευτήκατε με Νόμπελ για τη θεμελίωση της σύγχρονης Θεωρίας των Παιγνίων. Θεωρείτε όμως αυτή την πιο σπουδαία σας ανακάλυψη ή προσφορά; «Η καλύτερη ανακάλυψή σου είναι αυτή που επηρεάζει περισσότερο τον κόσμο. Το δικό μου έργο είχε μεγαλύτερη επίδραση στη Θεωρία των Παιγνίων απ’ όσο στην αλγεβρική γεωμετρία, τη διαφορική γεωμετρία, ή άλλους κλάδους στους οποίους εργάστηκα. Δεν λέω ότι το έργο μου στη Θεωρία των Παιγνίων δεν είναι καλό. Πολλές φορές όμως ξαφνιάζεσαι όταν εκτιμάται η προσφορά σου σε ένα χώρο για κάτι που έκανες πριν από πολύ καιρό».
Υπάρχει κάποια ανακάλυψη την οποία ζηλεύετε και θα ευχόσασταν να είχατε πραγματοποιήσει εσείς; «Πολλές… Ορισμένες έγιναν πριν από τη γέννησή μου, όπως η Θεωρία της Σχετικότητας, ή η Κβαντομηχανική. Τα τελευταία χρόνια όμως φαίνεται ότι προχωράμε αργά. Δεν υπάρχουν πολλές σπουδαίες ανακαλύψεις».
Πού οφείλεται αυτό; «Πάντα υπάρχουν περίοδοι στην ιστορία που οι πολιτισμοί χαλαρώνουν, μειώνουν την ταχύτητά τους. Σίγουρα το έχετε παρατηρήσει αυτό στην Ελλάδα. Υπάρχουν στιγμές που δεν έχουμε πρόοδο ή που πραγματοποιούμε βήματα προς τα πίσω. Ίσως διανύουμε μια αντίστοιχη περίοδο. Το μεγαλύτερο σημάδι είναι το χάσιμο χρόνου στη Γενεύη με τις καθυστερήσεις στη λειτουργία του Επιταχυντή Αδρονίων στο CERN».
Μιλώντας για άγονες περιόδους, για σχεδόν 30 χρόνια παλέψατε με τη σχιζοφρένεια. «Δεν θα έλεγα ότι “πάλεψα”. Δεν ήταν μια μάχη. Αν πάλευα την ασθένεια τότε δεν θα υπέφερα από τα συμπτώματά της. Θα σκεφτόμουν λογικά. Δεν ήθελα όμως τότε να αποδεχτώ ότι ήμουν πνευματικά ασθενής. Εμείς, οι άνθρωποι, είμαστε σκλάβοι του Δημιουργού μας ή, αν θέλετε, ενός ευρύτερου σχεδίου που καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούμε. Κάθε μέρος του σώματός μας επιτελεί μια συγκεκριμένη, προδιαγεγραμμένη λειτουργία. Το ίδιο ισχύει και για το μυαλό μας».
Γράψατε σε ένα δοκίμιο ότι η “λογική σκέψη θέτει όρια στον τρόπο με τον οποίο ένα άτομο αντιλαμβάνεται τη θέση του στον κόσμο”. Με το να δραπετεύει κανείς από τις παράλογες σκέψεις γίνεται πιο ταπεινός ή χάνει κάτι από την ιδιοφυΐα του; «Σίγουρα κάποιος γίνεται πιο ταπεινός όταν μεταβαίνει από την τρέλα στη λογική. Όταν άρχισα να έχω παράλογες ιδέες νόμιζα ότι είχα αφυπνιστεί. Είχα την εντύπωση ότι ανακάλυπτα πράγματα που αλλιώς δεν θα τα ήξερα. Αλλά στην ουσία δεν επρόκειτο για πραγματική αφύπνιση. Ήταν λάθη, ψευδαισθήσεις. Ο γιος μου που πάσχει από ψυχική ασθένεια γνωρίζει το πρόβλημά του, ωστόσο δεν θέλει να δουλέψει για να το επιλύσει. Είναι δύσκολο να αποδεχτείς ότι δεν μπορείς να είσαι ο αυτοκράτορας του δικού σου σύμπαντος. Πρέπει να ζήσεις μαζί με άλλους ανθρώπους και να συμβιβαστείς με τους κανόνες που θέτουν άλλοι και όχι εσύ. Ήμουν και εγώ για αρκετό καιρό ο αυτοκράτορας του δικού μου σύμπαντος».
Υπάρχει η αντίληψη ότι τα “όρια μεταξύ ιδιοφυΐας και τρέλας είναι λεπτά”. «Αυτή είναι μια επικίνδυνη κουβέντα. Είναι αλήθεια ότι πολλά λαμπρά μυαλά είχαν κάποια ανωμαλία, κάποια διαφορά. Ο Νεύτωνας και ο Αϊνστάιν πιστεύεται ότι έπασχαν από το σύνδρομο Άσπεργκερ. Δεν ήταν τρελοί, αλλά αυτιστικοί. Είχαν προβλήματα με τις κοινωνικές τους σχέσεις, προτιμούσαν να μένουν μόνοι τους με συντροφιά τις σκέψεις τους. Είναι δύσκολο να είσαι διανοούμενος και να πρέπει την ίδια στιγμή να συναναστρέφεσαι με άλλους».
Άρα η διανόηση φέρνει μοναξιά. «Οι στοχαστές πρέπει να αφιερώνουν χρόνο στον εαυτό τους για να σκεφτούν. Υπάρχουν μελέτες που δείχνουν ότι οι άνθρωποι πάσχουν πιο σπάνια από ψυχικές ασθένειες αν ζουν σε αγροτικές περιοχές σε σχέση με τους κατοίκους των πόλεων. Στην εξοχή έχεις για συντροφιά σου τα ζώα και τη φύση. Στην πόλη βρίσκεσαι σε ένα περιβάλλον πίεσης. Έχεις να αντιμετωπίσεις τους ανθρώπους και η πρόκληση είναι μεγαλύτερη».
Όταν ο Οδυσσέας επέστρεψε στην Ιθάκη, διαπίστωσε προς έκπληξή του ότι ο κόσμος είχε αλλάξει κατά την απουσία του. Όταν ολοκληρώθηκε το δικό σας ταξίδι μετά από 30 χρόνια, τι ήταν αυτό που είχατε χάσει; «Είχα χάσει χρόνο. Συνήλθα από την ασθένεια και ήμουν 60 ετών. Δεν ήξερα τι θα συνέβαινε στη ζωή μου αν δεν αρρώσταινα. Ίσως και να μην παρήγαγα κάτι σπουδαίο. Μπορεί να ήμουν ένας απλός εργάτης. Είχα το φόβο ότι θα γινόμουν ένας σκλάβος που θα έκανε δουλειά ρουτίνας και δεν θα κέρδιζε αναγνώριση ή σεβασμό. Εκείνη την περίοδο το πρόβλημά μου ήταν ότι ήθελα να κάνω κάτι καινούριο, διαφορετικό, σπουδαίο. Ίσως στην προσπάθειά μου να ξεφύγω από τη ρουτίνα, επιβάρυνα ψυχολογικά τον εαυτό μου και αυτό οδήγησε στην ασθένεια. Είναι μια πιθανότητα που δεν αποκλείω».
ΕΝΑ ΝΕΑΝΙΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ
Ο Τζον Νας θέλει να κρατάει τον εαυτό του απασχολημένο. Έχει να διδάξει φοιτητές εδώ και πολλά χρόνια, αλλά πηγαίνει τακτικά στο γραφείο του στο «Fine Hall», τον πύργο του τμήματος μαθηματικών και φυσικής στο Πρίνστον. Το 1994 τιμήθηκε με το Νόμπελ Οικονομικών για τη συμβολή του στη Θεωρία των Παιγνίων. Εισήγαγε την έννοια των στρατηγικών ισορροπίας στη θεωρία που είχαν αναπτύξει οι Τζον Φον Νόιμαν και Όσκαρ Μόργκεστερν. Σύμφωνα με τον Νας σε κάθε παιχνίδι υπάρχει τουλάχιστον μία κατάσταση ισορροπίας που αντιστοιχεί σε επιλογές στρατηγικής που παρέχουν τη βέλτιστη ανταπόδοση για δύο ή περισσότερους παίκτες.
Φανταστείτε το παράδειγμα που εμπνεύστηκε ο σεναριογράφος της ταινίας «Ένας υπέροχος άνθρωπος» («A Beautiful Mind»). Πέντε κοπέλες, μια ξανθιά και τέσσερις μελαχρινές μπαίνουν σε ένα μπαρ. Τέσσερις άντρες που τις βλέπουν γοητεύονται από τη ξανθιά. Αν όμως προσπαθήσουν όλοι να την κατακτήσουν θα ακυρώσουν τις προσπάθειές τους. Έπειτα θα στραφούν στις μελαχρινές, αλλά αυτές θα τους απορρίψουν γιατί καμιά γυναίκα δε θέλει να έρχεται δεύτερη. Η μόνη λύση να κερδίσουν κάτι είναι να δοκιμάσει ο καθένας να ρίξει μια μελαχρινή. Μπορεί έτσι να μην κατακτήσουν την ξανθιά, αλλά τουλάχιστον δεν θα μείνουν με άδεια χέρια.
Οι έννοιες της Ισορροπίας και της Διαπραγμάτευσης που εισήγαγε ο Νας εφαρμόζονται σήμερα στη βιολογία, την πολιτική επιστήμη, την οικονομία, τις διεθνείς σχέσεις. Ο Νας όμως εξακολουθεί να δουλεύει πάνω στη Θεωρία των Παιγνίων. «Προσπαθώ να αναπτύξω μια θεωρία που να εξηγεί πώς προκύπτει η αξιολόγηση για το κέρδος κάθε παίκτη. Έχω μια ιδέα αλλά χρειάζεται δουλειά. Πρέπει να ανακαλύψω τις ατέλειές της», μου λέει.
Οι συνάδελφοί σας λένε ότι τα μαθηματικά είναι ένα παιχνίδι για νεαρά μυαλά. «Χρησιμοποιώ τα μαθηματικά αλλά δεν προσπαθώ να λύσω γρίφους που έχουν άμεση σχέση με αυτά. Δεν είμαι όμως απλά ένας γερασμένος μαθηματικός. Για πολλά χρόνια έλειπα. Δεν είχα επαφή με την επιστήμη λόγω της ασθένειας. Ίσως όμως κάποιος θα μπορούσε να πει ότι τα χρόνια της απουσίας μου με κάνουν πνευματικά νεώτερο. Το σίγουρο είναι ότι δεν βρίσκομαι σε ηλικία συνταξιοδότησης. Δεν έχω συμπληρώσει τα απαραίτητα χρόνια. Ίσως βγω στη σύνταξη όταν φτάσω τα 100».
Αντιμετωπίζετε τα προβλήματα στην προσωπική σας ζωή με τον ίδιο τρόπο που λύνετε ένα πρόβλημα μαθηματικών; «Η λογική δεν υπάρχει μόνο στα μαθηματικά. Υπάρχει στη φυσική, τη χημεία, τη νομική και άλλες επιστήμες. Στο παρελθόν σκέφτηκα να αντιμετωπίσω καταστάσεις στην προσωπική μου ζωή εφαρμόζοντας τη Θεωρία των Παιγνίων. Όμως αντιλήφθηκα ότι αυτό θα ήταν λάθος. Η ανθρώπινη συμπεριφορά δεν βασίζεται πάντα μόνο στη λογική. Υπάρχει το συναίσθημα και το ένστικτο».
Κάθε πρόβλημα έχει τη λύση του; «Αυτό είναι ένα φιλοσοφικό ερώτημα. Υπάρχουν στιγμές που νομίζουμε ότι για ορισμένα προβλήματα μόνο ο Θεός έχει την απάντηση. Για παράδειγμα, στα μαθηματικά, μένει ακόμα άλυτο ένα πρόβλημα στη θεωρία των αριθμών σύμφωνα με το οποίο κάθε άρτιος θετικός ακέραιος μεγαλύτερος του 2 μπορεί να γραφεί ως άθροισμα δύο πρώτων αριθμών (πρόκειται για την άλυτη εικασία που διατύπωσε ο Κρίστιαν Γκόλντμπαχ το 1742). Μπορεί να ταξιδεύουμε στο διάστημα και να κάνουμε εκπληκτικά πράγματα, όμως ακόμα δεν έχουμε καταφέρει να αποδείξουμε αυτή τη θεωρία».
Η κατάκτηση της γνώσης μας κάνει πιο χαρούμενους ή πιο δυστυχείς; «Ίσως θα μπορούσαμε να εκτιμήσουμε την ευεργετική δράση της άγνοιας αν ζούσαμε σε έναν παράδεισο, σε έναν Κήπο της Εδέμ. Δεν θα τρώγαμε από το δέντρο της γνώσης και έτσι δεν θα ανακαλύπταμε τη φθορά. Θα κερδίζαμε την αθανασία».
Είναι ο θάνατος ένας από τους φόβους σας; «Η θνητότητα είναι κάτι το αναπόφευκτο. Επομένως δεν είναι φυσιολογικό να τη φοβάσαι. Σίγουρα παίζει ρόλο σε αυτό και η ηλικία. Ένας νέος άνθρωπος νιώθει άτρωτος, αθάνατος. Αργότερα όμως διαπιστώνει πόσο τον φθείρει ο χρόνος, πως οδηγείται στο θάνατο. Έχω μάθει να ζω τώρα μέρα με τη μέρα. Έχω ελπίδες και επιδιώξεις, αλλά δεν κάνω μεγάλα όνειρα. Θέλω να συνεχίσω το έργο και να προσφέρω μέχρι εκεί που μπορώ».
(Το παραπάνω κείμενο δημοσιεύτηκε στον «Ταχυδρόμο» στις 7 Απριλίου 2010)
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου